Slide background
Slide background
Ἡ ἑορτή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν στήν Μητρόπολή μας
treis ierarxes 2
 
Στόν κατάμεστο ἀπό παιδιά καί Καθηγητές τοῦ Γυμνασίου καί τοῦ Λυκείου Κυθήρων, Ἱερό Ναό Ἐσταυρωμένου Χριστοῦ Χώρας Κυθήρων, ἔγινε ἡ Ἀρχιερατική Θεία Λειτουργία γιά τήν Ἑορτή τῶν Ἁγίων Τριῶν Ἱεραρχῶν τήν Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2020, ἱερουργοῦντος τοῦ Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας κ.Σεραφείμ.
Γιά τούς Τρεῖς Ἱεράρχες μίλησε μέ τήν εὐλογία τοῦ Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας, ὁ Θεολόγος Καθηγητής τοῦ Γυμνασίου Κυθήρων κ.Γεώργιος Λουράντος.
Τό ἀπόγευμα τῆς ἴδιας ἡμέρας, ἀνήμερα τῆς ἑορτῆς τῶν ΑΓΙΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ καί ὥρα 7:00 μ.μ., πραγματοποιήθηκε διάλεξις στήν αἴθουσα τοῦ Λεοντσινείου Πνευματικοῦ Κέντρου Κεραμωτοῦ μέ ὁμιλήτρια τήν Δρ Θεολογίας τοῦ Ἐθνικοῦ & Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν κα Χριστίνα Κολοβοῦ μέ θέμα «Τρεῖς Ἱεράρχες˙ Διδάσκαλοι τῆς Οἰκουμένης».

Μετά τήν ἐπίκαιρη αὐτή ὁμιλία ἔγινε ἡ τελετή κοπῆς τῆς Ἁγιοβασιλόπιττας πρός τιμήν τῶν ἐκπαιδευτικῶν τῆς νήσου μας. Ὁ Σεβασμιώτατος Ποιμενάρχης μας εὐλόγησε τήν Ἁγιοβασιλόπιττα καί εὐχήθηκε καλή καί εὐλογημένη χρονιά σέ σπουδαστές καί Καθηγητές. 

Ἀκολουθοῦν οἱ ἐπίκαιρες ὁμιλίες τοῦ Θεολόγου μας κ.Γεωργίου Λουράντου καί τῆς Δρος Θεολογίας κας Χριστίνας Κολοβοῦ & ἄλμπουμ φωτογραφιῶν.

 Ἡ ὁμιλία γιά τούς Τρεῖς Ἱεράρχες
τοῦ Θεολόγου Καθηγητή τοῦ Γυμνασίου Κυθήρων κ.Γεωργίου Λουράντου
στόν Ἱερό Ναό Ἐσταυρωμένου Χριστοῦ Χώρας Κυθήρων


treis ierarxes 30012020 03Σεβασμιώτατε, σεβαστοί Πατέρες, κύριε Λυκειάρχα, κυρία Γυμνασιάρχης, ἀγαπητοί συνάδελφοι καί αγαπημένοι μου μαθητές.

Συγκεντρωθήκαμε σήμερα ἐδῶ, στόν Ἱ.Ναό τοῦ Ἐσταυρωμένου, γία νά τιμήσουμε τήν ἱερή μνήμη Τριῶν μεγάλων Ἱεραρχῶν καί Οἰκουμενικῶν Διδασκάλων, τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καί τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, τηρώντας μιά παράδοση αἰώνων. Νά μνημονεύσουμε καί νά τιμήσουμε με τό δέοντα τρόπο τούς προστάτες τῆς Παιδείας μας, τό καλύτερο δεῖγμα τοῦ πνευματικοῦ θησαυροῦ πού διαθέτει ὁ Ὀρθόδοξος Ἑλληνισμός, ὅπως αὑτό ἔχει κατοχυρωθεῖ στή συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς Πολιτείας.

Ἡ φετινή ἑορτή, γιά μιά ἀκόμη φορά, βρίσκει ὁλόκληρη τήν κοινωνία σέ κρίση. Μιά ἀτέλειωτη συζητήση γιά χαμένα ὄνειρα, χαμένους στόχους, χαμένα χρόνια…

Παντοῦ φωνές ἀπόγνωσης μιλᾶνε γιά ἠθική κρίση, πνευματική κρίση, οἰκονομική κρίση, ἐκπαιδευτική κρίση…Ἀναρωτιέμαι ὑπῆρξε ποτέ στήν Ἑλλάδα, χρόνος χωρίς νά ὑπάρχει κρίση;

«Τῆ Ἑλλάδι πενίη μέν ἀείποτε σύντροφος ἐστί» δηλαδή «σύντροφος τῆς Ελλάδας, ἀπό πάντοτε, ἦταν ἡ φτώχεια» διακήρυξε ὁ Ἡρόδοτος ἀλλά… «στό μάκρος εἴκοσι πέντε αἰώνων δέν ὑπῆρξε οὔτε ἔνας, ἐπαναλαμβάνω, οὔτε ἔνας, πού νά μή γράφτηκε ποίηση στήν ἑλληνική γλῶσσα, πού νά μήν ὑπῆρχε πολιτισμός» ἀπαντᾶ ὁ Ὁδυσσέας Ἐλύτης. Καί ὁ ποντιακός Ἑλληνισμός τραγουδᾶ: «Ἡ Ῥωμανία κι ἀν ἐπέρασεν ἀνθεῖ καί φέρει κι ἄλλο».
Καί κάπου λοιπόν ἀνάμεσα στόν πατέρα τῆς Ἱστορίας καί τό ραψωδό τοῦ Αἰγαίου, περίπου στό μέσον τῆς σκληρῆς πραγματικότητας τοῦ σήμερα καί τοῦ ἐνδόξου παρελθόντος τῆς ἀρχαίας Ελλάδας στέκονται , στῦλοι ἀκλόνητοι, φάροι φωτεινοί, οἱ τρεῖς Ἱεράρχες.

Ποιοί εἷναι, ὅμως, οἱ λόγοι ἐκεῖνοι πού κάνουν τή σημερινή ἑορτή τους τόσο σπουδαία καί ξεχωριστή γία ὅλη τή σχολική κοινότητα καί ὄχι μόνο;

Καταρχάς οἱ τρεῖς αὐτοί ἄνδρες πέτυχαν νά θεμελιώσουν καί νά πραγματώσουν τή σύνθεση τοῦ ἑλληνικοῦ πνεύματος μέ τό πανανθρώπινο κήρυγμα τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης, τῆς ἀρχαιοελληνικῆς παιδείας με τό χριστιανικό τρόπο σκέψης καί ζωῆς. Ἡ σύνθεση αὐτή ἀπετέλεσε σταθμό στήν ἱστορία τοῦ ἀνθρωπίνου πνεύματος καί τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ. Χάρη στήν παιδευτική ἐκείνη εὐρύτητα τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν τό ἀρχαῖο ἑλληνικό πνεῦμα δέν καταστράφηκε, ἡ ἀρχαία ἑλληνική γραμματεία σώθηκε μέχρι σήμερα.

Ἐπίσης, μιᾶς καί στήν ἐποχή μας, δυστυχῶς, παιδεία σημαίνει λίγες γενικές γνώσεις καί ἐξειδίκευση, τό παράδειγμα τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν μέ τίς πολυετεῖς καί πολύπλευρες σπουδές τους εἷναι ἐπίκαιρο, ἀφοῦ μαρτυρεῖ τή μεγάλη ἐμπιστοσύνη πού οἱ τρεῖς αὐτοί Δάσκαλοι εἶχαν στήν ἀναμορφωτική δύναμη τῆς παιδείας, τήν ὁποίαν παιδεία σπουδάσαν ὡς μιά συνολική πρόταση ζωῆς. Γι αὑτούς ἡ παιδεία δεν ἦταν μόνο Φιλοσοφία ἤ Ρητορική ἤ Ἀστρονομία ἤ Θεολογία ἤ Ψυχολογία, ἀλλά ἦταν ὅλα αὑτά μαζί, δηλαδή μόρφωσῃ ψυχῆς καί σώματος καί ἔτσι κατάφεραν νά διακριθοῦν ὄχι μόνο σέ ἕνα τομέα, ἀλλά σέ πλῆθος πεδίων. Ὅλοι τούς χαρακτηρίζονταν γιά τή θεολογική, ἀλλά καί τήν εὑρύτερη ἐπιστημονική τους συγκρότησῃ, τό ανοικτό πνεῦμα, τήν κριτική στάση τους ἀπέναντι σέ κάθε μορφή ἐξουσίας ἀλλά καί γιά τό τεράστιο κοινωνικό τους ἔργο.

Εἰδικά τό τελευταῖο ὀφείλεται στό γεγονός ὅτι εἶχαν συνειδητοποιήσει ὅτι, ὅσο πιό πολύ κάποιος ἀνακαλύπτει καί πλησιάζει τόν συνάνθρωπο, τόσο πιό πολύ προσεγγίζει τό Θεό. Μετά ἀπό σκληρό καί γεμᾶτο ἐμπόδια πνευματικό ἀγῶνα εἶχαν πετύχει νά ριζώσει στήν καρδιά τους ἡ θεϊκή ἐντολή τῆς ἀγάπης πρός τόν πλησίον, τήν ὁποίαν καί ἔμπρακτα τήρησαν στή συνέχεια. Γι’ αὐτούς ὁ κάθε ἄνθρωπος ἀποτελοῦσε μία, μοναδική καί ἀνεπανάληπτη προσωπικότητα. Ἦταν εἰκόνα Θεοῦ.

Ἄξιο ἀναφορᾶς εἶναι τό γεγονός ὅτι καί οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες, πιστοί στήν διδασκαλία τῆς Ἀγίας Γραφῆς περί δικαιοσύνης, πρωτοστάτησαν στόν ἀγῶνα γιά τήν ἐπικράτηση τῆς κοινωνικῆς ἰσότητας καί δικαιοσύνης καί κατήγγειλαν τούς ὑπευθύνους τῶν συγκρούσεων καί τῶν πολέμων. Ἀντιτάχθηκαν, ἔτσι, σέ κάθε μορφή ἀδικίας, πῆραν ἐμπράκτως τό μέρος τῶν φτωχῶν καί τῶν ἀδυνάτων καί διατυπώνοντας ὑψηλές κοινωνικές αρχές, ἀποδείχτηκαν τολμηρότεροι καί ριζοσπαστικότεροι ἀπό ὅλους τούς ἐκφραστές τῶν σύγχρονων κοινωνικῶν συστημάτων.

Τό γεγονός, μάλιστα, ὅτι πιστά ὑπηρέτησαν τό Θεό καί τόν ἄνθρωπο, προσφέροντας λύσεις στά προβλήματα τοῦ κόσμου, τούς καταξίωσαν στή συνείδηση τοῦ λαοῦ μας, ὡς τά αἰώνια πρότυπα ἀγάπης καί κοινωνικῆς προσφορᾶς.

Οἱ Τρεῖς Ιεράρχες ταράξαν τά νερά τῆς ἐποχῆς τους καί ἄφησαν παρακαταθῆκες μέ αἰώνια ἀξία. Θλίβεται, ἔτσι, κανείς ὅταν βλέπει τήν ἀναγνώριση τοῦ ἐπιστημονικοῦ τους ἔργου σέ παγκόσμια κλίμακα ἀπό τή μιά μεριά καί ἀπό τήν ἄλλη, τήν ἄγνοια ἤ καί τήν προσπάθεια ἀπαξίωσής τους, πού ὑπάρχει γι αὐτούς στήν πατρίδα μας. Εἷναι ἐνδεικτικό τό γεγονός ὅτι τό 1979, ὅταν ἡ Ἑλλάδα προσχώρησε στήν Εὐρωπαϊκή Ἕνωσῃ, ἡ ἔγκριτη γαλλική ἐφημερίδα «Le monde» ἔγραψε: «καλωσορίζουμε στήν Ἑνωμένη Εὐρώπη τή χώρα τῆς Φιλοκαλίας, τή χώρα τοῦ Βασιλείου, τοῦ Γρηγορίου καί τοῦ Χρυσοστόμου».

Σήμερα, εἰδικά, πού ἀντί γία τήν ἀγάπη προβάλλεται τό συμφέρον, πού ἀντί γία τήν προσευχή στό Θεό προβάλλεται ἡ λατρεία τῶν σύγχρονων εἰδώλων, πού ἀντί γιά τήν ταπείνωση προβάλλεται ὁ ἐγωισμός, οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες μποροῦν νά ἀποτελέσουν τούς ἀληθινούς φάρους, τά πρότυπα ἐκεῖνα πού θά μᾶς δείξουν τό δρόμο τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνα καί τῆς ἀντίστασης. Ὀφείλουμε νά ἀντλήσουμε καί νά ἀξιοποιήσουμε δημιουργικά στό παρόν σημαντικά καί χρήσιμα στοιχεῖα τόσο ἀπό τή ζωή καί τή δράσῃ τους, ὅσο καί ἀπό τό χαρακτῆρα καί τό ἔργο τους. Θά εἶναι λυπηρό, ἄν ὄχι ἐγκληματικό, τέτοιες προσωπικότητες οἰκουμενικῆς ἀκτινοβολίας νά τίς βάλουμε στό περιθώριο.

Ἀγαπητά μου παιδιά

Βρισκόμαστε σέ ἔνα ἀπό τά πιό ἱστορικά σχολεῖα τῆς Χώρας μας πού τοῦ χρόνου συμπληρώνει 100 χρόνια ζωῆς καί δράσης, σέ ἕνα σχολεῖο πού ἄλλαξε τήν μοίρα τοῦ τόπου μας καί ἔγραψε μιά συναρπαστική ἱστορία μέ περιπέτειες, ἀγωνίες καί θριάμβους. Αὐτή τήν ἱστορία ἔγραψαν τό διδακτικό προσωπικό καί οἱ μαθητές του.

Ἀπό αὐτούς δανειστήκαμε μιά λαμπρή παράδοση καί αὐτή τήν παράδοση πρέπει νά τήν παραδώσουμε στούς μεταγενεστέρους. Ὁ ἐθνικός μας ποιητής Κωστῆς Παλαμᾶς μᾷς παραγγέλνει : «…ὅ,τι εἴστε μή ξεχνᾶτε. Δέν εἷσθε ἀπό τά χέρια σας μοναχά, ὄχι χρωστᾶτε σέ ὅσους ἦρθαν, περᾶσαν, θά ‘ρθοῦνε, θά περάσουν. Κριτές θά μᾶς δικάσουν οἱ ἀγέννητοι, οἱ νεκροί…».

Θέλουμε μαθητές πού θά συλλογίζονται «ἐλεύθερα καί καλά», ὅπως λέει ὁ Ἐθνομάρτυρας καί Πρόδρομος τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσης, Ρήγας Φεραῖος, πού θά ἔχουν «ψυχή καί Χριστό», ὅπως θά μᾶς πεῖ 1400 χρόνια μετά τούς Τρεῖς Ἱεράρχες ὁ Διδάσκαλος τοῦ Γένους, ὁ Ἅγιος τῶν Σκλάβων, Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, ὅπου Ψυχή εἷναι ἡ παράδοσή μας, ἡ γλῶσσα μας, ἡ Ἐκκλησία μας, αὐτήν πού τίμησαν καί δόξασαν οἱ Τρεῖς πάνσεπτοι φωστῆρες, οἱ μελίρρυτοι ποταμοί τῆς σοφίας, οἱ προστάτες Ἅγιοι μας.

Εὐχηθεῖτε Σεβασμιώτατε, νά ἁπλώσουμε τό χέρι μας στούς Τρεῖς Ἁγίους μας, γιά νά μᾶς τραβήξουν ἀπό τό τέλμα τῆς σημερινῆς, ἀνταγωνιστικῆς καί καταναλωτικῆς ἐποχῆς καί ἡ λάμψη τους νά διώξει τά σκοτάδια ἀπό τήν ψυχή καί τή ζωή μας. Σᾶς εὐχαριστῶ!

Γεώργιος Λουράντος.
30 Ἰανουαρίου 2020.

Διάλεξις στήν αἴθουσα τοῦ Λεοντσινείου Πνευματικοῦ Κέντρου Κεραμωτοῦ
τῆς ὁμιλήτριας Δόκτωρος Θεολογίας τοῦ Ἐθνικοῦ & Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν
κας Χριστίνας Κολοβοῦ μέ θέμα
«Τρεῖς Ἱεράρχες˙ Διδάσκαλοι τῆς Οἰκουμένης»

 treis ierarxes leontsineio 30012020 01Οἱ τρεῖς μέγιστοι φωστῆρες τῆς τρισηλίου Θεότητος, οἱ μελίρρυτοι ποταμοί τῆς σοφίας, ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καί ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος εἶναι τά ἱερά πρόσωπα τά ὁποία τιμοῦμε σήμερα μέ ἀφορμή τήν κοινή ἑορτή τους.

Οἱ τρεῖς αὐτοί θεοφόροι Ἱεράρχες, ἐκκλησιαστικοί Πατέρες καί διδάσκαλοι εἶναι κήρυκες τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀκραιφνεῖς θεολόγοι, καταλύτες τῶν αἱρέσεων, σωτῆρες καί ὁδηγοί μέ λόγια καί μέ ἔργα, στῦλοι τῆς Ἐκκλησίας, στήριγμα τῶν πιστῶν καί πραγματικοί ποιμένες καθώς ἔχουν στήν πίστη τους ὡς πρότυπό τους τόν Χριστό.

Ὅποιος μελετήσει εἰς βάθος τό ἀπολυτίκιο, τό κοντάκιο καί τά ὑπόλοιπα τροπάρια πού ψάλλονται πρός τιμήν τῶν τριῶν Ἁγίων, θά ἀνακαλύψει τήν ὡραιότητα καί τό μέγεθος τοῦ πνευματικοῦ τους ὕψους. Οἱ τρεῖς κήρυκες τῆς Ἁγίας Τριάδας χαρακτηρίζονται φωτεινά ἀστέρια πού παίρνουν λάμψη ἀπό τόν Θεό, εἶναι ἐκεῖνοι πού φωτίζουν τήν οἰκουμένη μέ τήν θεϊκή διδασκαλία τους, εἶναι τά ποτάμια τῆς σοφίας πού ξεδιψοῦν ὅλη τήν πλάση μέ τή γνώση τοῦ Θεοῦ. Ἀποτελοῦν ὄργανα τῆς θείας χάριτος, κιθάρες τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, εὔσημες σάλπιγγες τοῦ θείου κηρύγματος, πού καταφέρνουν μέ τό ἔργο τους νά στείλουν τό μήνυμα τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ στά πέρατα τῆς οἰκουμένης. Εἶναι ἡ τριάδα τῶν Ἱεραρχῶν, οἱ ὁποῖοι στηρίζουν τήν Ἐκκλησία στίς δύσκολες στιγμές ὅταν βάλλεται ἀπό τούς αἱρετικούς, ἐκεῖνοι πού στηρίζουν τούς πιστούς χριστιανούς, ἐκεῖνοι πού ὁδηγοῦν τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων πρός τά ὑψηλότερα, οἱ «εἴσοδοι τοῦ Παραδείσου». Καί τονίζει χαρακτηριστικά ὁ ἱερός υμνωδός: εἶναι οἱ ἐπίγειοι ἄγγελοι, ἡ χαρά τῶν πιστῶν ἀνθρώπων, οἱ ἰατροί τῶν νοσημάτων τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος καί οἱ παντοτινοί δάσκαλοι τῆς οἰκουμένης [1].

Ποιός πνευματικός στέφανος μπορεῖ νά στεφανώσει αὐτούς τούς δασκάλους πού ἐργάσθηκαν καί δίδαξαν μέσα σέ ὅλους τούς τομεῖς τῆς ζωῆς; Ἔδρασαν ὡς ἀρχιερεῖς, ὡς ἀσκητές, ὡς πνευματικοί ἄνθρωποι, ὡς ἐπιστήμονες, ὡς κοινωνικοί ἐργάτες, ὡς δάσκαλοι, ὡς ἐπιτιμητές τῆς ἀνθρώπινης ἀδικίας καί ἀδυναμίας. Καί ὅλα αὐτά ταυτόχρονα. Εἶναι ὁ Μέγας Βασίλειος ὁ ἔνθεος νοῦς, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἡ θεία φωνή, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ὁ παγκόσμιος λαμπτήρ. Εἶναι, οἱ ἅγιοι Ἱεράρχες, χριστοφόροι καί χριστοκήρυκες, πού βιώνουν πραγματικά τή ζωή τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, συμπεριλαμβάνουν μέσα στόν προσωπικό τους ἀγῶνα τό δρᾶμα τοῦ συνανθρώπου τους καί ἀγωνίζονται γιά νά ξεριζωθεῖ ἡ αἰτία τοῦ κακοῦ, ἡ ἁμαρτία, ὁ πνευματικός θάνατος [2]. Αὐτούς ἑορτάζουμε σήμερα 1.650 σχεδόν χρόνια μετά ἀπό τήν κοίμηση τους καί τούς τιμοῦμε καί μέ αὐτούς τούς λόγους γιά νά ἀποδεικνύουμε τήν αἰώνια εὐγνωμοσύνη μας.

Ὁ πρῶτος ἀπό τούς Τρεῖς Ἱεράρχες, ὁ Μέγας Βασίλειος, γεννήθηκε τό 330 μ.Χ. στήν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας. Οἱ γονεῖς του, Βασίλειος καί Ἐμμέλεια τοῦ δίδαξαν τά πρῶτα γράμματα, ἐνῶ στήν συνέχεια φοίτησε στίς φημισμένες σχολές τῆς Καισάρειας, τῆς Κωνσταντινούπολης καί τῆς Ἀθήνας. Μέ διάθεση μαθητείας ἐπισκέφθηκε τή Συρία, τή Μεσοποταμία, τήν Παλαιστίνη καί τήν Αἴγυπτο γιά τή σπουδή τοῦ μοναχισμοῦ καί τῆς χριστιανικῆς ἀσκήσεως. Τό 370 χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος Καισαρείας. Ὁ Βασίλειος ὑπῆρξε πραγματικά μεγάλος. Κανείς ἄλλος δέν τιμήθηκε ἐνῶ ἦταν ἀκόμη ἐν ζωή, μέ τό ἐπίθετο Μέγας. Φωτεινό μυαλό, ὀξύνους καί γρήγορος στήν ἀντίληψη σπούδασε ὅλες τίς ἐπιστῆμες τῆς ἐποχῆς του μέ ἐντυπωσιακές ἐπιδόσεις. Ἀγάπησε τήν Ἐκκλησία καί τήν διακόνησε μέ ὅλη του τήν ψυχή, διαδίδοντας «τό θαυμαστόν φῶς τῆς ἀληθείας τοῦ Εὐαγγελίου». Ἀναδείχθηκε σοφός καί ἅγιος Ἱεράρχης, μέ πλούσιες πνευματικές ἐμπειρίες καί θεοπτικές καταστάσεις. Καταπολέμησε τίς κακοδοξίες καί μερίμνησε μέ πολύπλευρους ἀγῶνες γιά τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, πού κινδύνευε λόγῳ τῶν αἱρέσεων. τό κῦρος τοῦ ἦταν κυριολεκτικά οἰκουμενικό σ᾽ Ἀνατολή καί Δύση. Ὑπῆρξε σπουδαῖος συγγραφέας ὄχι μόνο ἀπό ἄποψη περιεχομένου ἀλλά καί μορφῆς, καθώς ἐξέφρασε τήν ἀλήθεια μέ γλῶσσα καί δομή τοῦ πνευματικοῦ κλίματος τῆς ἐποχῆς του. Στό χῶρο τοῦ κοινωνικοῦ βίου καί τῶν ἀνθρωπίνων σχέσεων ὑπῆρξε μεγάλος ὁραματιστής καί δημιουργός. Ἀγάπησε πολύ τόν ἄνθρωπο καί μόχθησε γι᾽ αὐτόν. Στήν περίοδο φοβεροῦ λιμοῦ τό 367 πέτυχε νά διασώσει χιλιάδες πτωχούς ἀπό τήν ἀπερίγραπτη δυστυχία καί τόν θάνατο, ὀργανώνοντας συσσίτια καί καταυλισμούς. Τό ἔτος 372 ἀνοικοδόμησε ἔξω ἀπό τήν Καισάρεια τή γνωστή «Βασιλειάδα», πού ἦταν ὁλόκληρο συγκρότημα ἀπό νοσοκομεῖα, ὀρφανοτροφεῖα καί ἄλλα εὐαγῆ ἱδρύματα, στά ὁποία ἔβρισκε καταφύγιο ἡ κάθε λογῆς ἀνθρώπινη δυστυχία, ὑπηρετώντας συχνά ὁ ἴδιος, ἄν καί φιλάσθενος. Ἡ Ἐκκλησία τόν τίμησε ὡς Ἅγιο εὐθύς μετά τόν θάνατο του τό 379 [3]. «Παιδείας γεγονώς ἁπάσης ἔμπλεος, οὐ μόνον τῆς κάτω καί πατουμένης, πολλῷ δέ μᾶλλον τῆς κρείτονος, ἀναδειχθῆς τῷ κοσμῶ φῶς, Βασίλειε» (PG 29, 2), γράφτηκε πρός τιμήν του.

Ὁ δεύτερος ἅγιος Ἱεράρχης εἶναι ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Γεννήθηκε τό 329/330 μ.Χ. στήν Αριανζό κοντά στή Ναζιανζό τῆς Καππαδοκίας. Ἡ μητέρα του, ἡ Νόννα, ὁδήγησε στό χριστιανισμό τόσο τό σύζυγο της Γρηγόριο, μετέπειτα ἐπίσκοπο Ναζιανζοῦ, ὅσο καί τόν υἱό της. Ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος σπούδασε σέ ὀνομαστές σχολές στήν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας, στήν Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης, στήν Ἀλεξάνδρεια καί στήν Ἀθήνα. Ἡ ἐπίδοσή του ἦταν τέτοια, ὥστε τοῦ προσφέρθηκε καθηγητική ἔδρα στό Πανεπιστήμιο τῆς Ἀθήνας. Τό 378 μετέβη στήν Κωνσταντινούπολη ὅπου ἡ κατάσταση ἦταν δύσκολη γιά τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας λόγῳ τῆς ἀπόλυτης κυριαρχίας τῶν ἀρειανῶν. Γιά δύο χρόνια παρέμεινε ἐκεῖ, κήρυξε, κατήχησε, δίδαξε, στήριξε τούς ὀρθοδόξους καί οὐσιαστικά ἀνέστησε τήν Ὀρθοδοξία στήν πρωτεύουσα τοῦ ἀνατολικοῦ κράτους. «Ὁ ποιμενικός αὐλός τῆς θεολογίας σου τάς τῶν ρημάτων ἐνίκησε σάλπιγγας, ὡς γάρ τά βάθη τοῦ πνεύματος εκζητήσαντι καί τά κάλλη τοῦ φθέγματος προσετέθι σοι» ψάλλουμε στό ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς του. Ἀπόρροια αὐτῶν τῶν γεγονότων ἦταν ἡ χειροτονία του σέ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως τό 380. Τά ἑπόμενα χρόνια μεσολάβησαν ἄσχημες καταστάσεις πού τόν ἀπομάκρυναν ἀπό τόν πατριαρχικό θρόνο. Ἀποσύρθηκε στήν Ἀριανζό, ὅπου ἔζησε μέ ἄσκηση καί συγγραφή ὅπου καί ἐκοιμήθη ἐν εἰρήνη τό ἔτος 390. Ὁ Γρηγόριος Ναζιανζηνός εἶναι ὁ μεγαλύτερος, ὁ «ἄριστος» ὅπως χαρακτηρίζεται θεολόγος τῆς Ἐκκλησίας, συγγραφέας μεγάλης δυνάμεως καί ἀπαράμιλλου κάλλους. Φύση θεωρητική, διακρίθηκε κυρίως ὡς ρήτορας καί συγγραφέας Ἐπιστολῶν, Λόγων καί Ἐπῶν (προσωδιακῶν ποιημάτων). Ἐμβάθυνε ὅσο λίγοι στά χριστιανικά δόγματα, γι᾽ αὐτό καί ἐπονομάστηκε θεολόγος. «Θεολόγῳ γλώττῃ σου τάς συμπλοκάς τῶν ρητόρων διαλύσας, ἔνδοξε, Ὀρθοδοξίας χιτῶνα, ἄνωθεν ἐξυφανθέντα, τήν Ἐκκλησίαν ἐστόλισας˙ ὅν καί φοροῦσα, σύν ἡμῖν κράζοι τοῖς σοῖς τέκνοις˙ Χαίροις, πάτερ, θεολογίας ὁ νοῦς ὁ ἀκρότατος» γράφει τό κοντάκιο τῆς ἑορτῆς του. Ἄνθρωπος ἐξαιρετικά καλλιεργημένος ἐκτιμοῦσε βαθύτατα τήν ἑλληνική παιδεία καί γι᾽ αὐτό ἡ Ἐκκλησία μας τόν ἀνακήρυξε μαζί μέ τό Βασίλειο καί τό Χρυσόστομο, προστάτη τῆς ἑλληνικῆς παιδείας [4].

Ὁ τρίτος ἀπό τούς μεγάλους Ἱεράρχες, ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, γεννήθηκε μεταξύ τῶν ἐτῶν 344 καί 354 μ.Χ. στήν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας. Οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς του ἦταν ὁ ἀρχιστράτηγος Σεκοῦνδος καί ἡ Ἀνθοῦσα. Χήρα πολύ νωρίς, ἡ πιστή καί ἐνάρετη Ἀνθοῦσα, μέ μόλις ὀλίγων μόλις μηνῶν βρέφος τόν Ἰωάννη, τόν ἀνέθρεψε μέ χριστιανικό ζῆλο. Τά πρῶτα του μαθήματα τοῦ τά δίδαξε ἡ ἴδια ἡ Ἀνθοῦσα καί ὁ Ἰωάννης ἀπό πολύ νωρίς ἐπέδειξε ἀγάπη καί δίψα γιά τή γνώση καί τήν ἐπιστήμη, μέ ἀποτέλεσμα σέ μικρό χρονικό διάστημα νά σπουδάσει στήν Ἀντιόχεια ὅλη «τήν σοφίαν τῶν Ἑλλήνων καί τῶν Χριστιανῶν» καί νά αναδειχθεί μέγιστος «κατά τήν λογικήν καί ρητορικήν τέχνην καί πᾶσαν ἐπιστήμην» [5]. Ἀπό πολύ νωρίς ἐπέλεξε τή μοναστική ζωή σέ περιοχή ἐκτός Ἀντιόχειας μέ σκληρή ἄσκηση. Τρεφόταν καί κοιμόταν ἐλάχιστα, σκληραγωγοῦνταν, ζῶντας βίο φιλοπονίας [6], προσευχόμενος καί μελετώντας κάτω ἀπό ἀντίξοες συνθῆκες. Ἡ φήμη του ἔφτασε μέχρι τήν πρωτεύουσα τοῦ ἀνατολικοῦ κράτους καί τό 398 χειροτονήθηκε Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως. Ἦταν ἄνθρωπος ἀσυνήθιστων πνευματικῶν ἱκανοτήτων, μεγάλου ψυχικοῦ σθένους καί πλούσιας θείας χάριτος, καί ἑπόμενο ἦταν νά θέσει τήν προσωπική του σφραγῖδα στήν πορεία τῆς Ἐκκλησίας [7]. Ἤδη ἐν ζωῇ ὀνομάστηκε «οἰκουμενικός διδάσκαλος». Ἐλάχιστοι φάνηκαν τόσο βαθιά συνεπεῖς, ὅπως αὐτός, στήν πίστη καί στήν ἀποστολή τους [8]. Καρδιά θερμή μέ ἀπέραντη ἀγάπη πρός τήν Ἐκκλησία καί τόν ἄνθρωπο, πνεῦμα εὐρύ καί φωτεινό, κατανόησε ὅσο λίγοι τίς ἀνάγκες τῆς Ἐκκλησίας, τῆς κοινωνίας καί τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς καί γι᾽ αὐτό οἱ λόγοι τοῦ καί τά πολυάριθμα συγγράμματά του ἐπέδρασαν καί ἐπιδροῦν ἀκόμη στίς ἀνθρώπινες καρδιές, ὅσο κανενός ἄλλου ἐκκλησιαστικοῦ συγγραφέα τά συγγράμματα. Μαχητικός καί ἄφοβος δέν ὑποχωροῦσε μπροστά σέ τίποτα, ὅταν ἀγωνιζόταν γιά τίς ἀρχές του [9]. Ἡ ἀκέραιη στάση του καί οἱ λόγοι του θύμωσαν τήν τότε αὐτοκρατορική ἐξουσία καί τόν ὁδήγησαν στήν ἐξορία, ὅπου καί κοιμήθηκε τό 407. Ὅταν ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἐκθρονίστηκε καί στάλθηκε ἐξόριστος στήν Κουκουσό, Ἀραβισσό καί Πιτιοῦντα ὅλη ἡ Ἐκκλησία τῶν ὀρθοδόξων πένθησε. Μέ δάκρυα ἔλεγαν τά πλήθη τῶν πιστῶν καί μοναχῶν: «Συνέφερεν, ἶνα ὁ ἥλιος συσταλῆ ἤ ἶνα τό στόμα Ἰωάννου σιωπήση» [10].

treis ierarxes leontsineio 30012020 02Οἱ ἔνθεοι καί σοφοί τρεῖς διδάσκαλοι μετέδωσαν τό λόγο τοῦ Θεοῦ στούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς τους κατά τον 4ο καί 5ο αἰ. ἀλλά ἡ φωνή τούς ἔφθασε σέ ὅλα τά μήκη καί τά πλάτη τῆς γῆς. Η διδασκαλία τούς ἄγγιξε ὅλα τά σύγχρονα τούς ζητήματα εἴτε αὐτά ἦταν καθαρώς θεολογικά καί δογματικά εἴτε ἀφοροῦσαν πρακτικά προβλήματα. Καί γιά τίς δύο κατηγορίες ζητημάτων οἱ λύσεις πού δόθηκαν καί ἀπό τούς τρεῖς Ἱεράρχες παρέμειναν καί παραμένουν ἄσβηστοι φάροι στή συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, ἔχοντας διαχρονική ἀξία.
Ἡ προσφορά τῶν τριῶν Ἱεραρχῶν στήν ἀνθρωπότητα εἶναι μοναδική, γι’ αὐτό καί τούς ὀνομάζουμε οἰκουμενικούς διδασκάλους. Εἶναι ἐκεῖνοι πού θεμελίωσαν τήν Ὀρθοδοξία, γι’ αὐτό καί τούς ἀποκαλοῦμε Πατέρες. Πῆραν παιδεία καί μόρφωση ἑλληνική καί δίδαξαν στά ἑλληνικά. Ἀκόμα καί σήμερα 1700 χρόνια μετά πολλοί εἶναι ἐκεῖνοι οἱ πραγματικά μεγάλοι σοφοί τῆς ἐποχῆς μας, οἱ ὁποῖοι ἀντλοῦν ἀπό τήν ἀνεξάντλητη σοφία τους. Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες κοσμοῦνταν μέ πολλά χαρίσματα καί πῆραν φροντισμένη ἀγωγή ἀπό τίς οἰκογένειες τους καί κυρίως ἀπό τίς μητέρες τους. Ὅμως μέ τή δική τους ἐπιμέλεια, τόν δικό τούς κόπο καί τήν προσωπική τους προσπάθεια ἔγιναν μεγάλοι. Ἀγωνίστηκαν ἀσταμάτητα, προσευχήθηκαν ἀδιάκοπα καί ἀσκήθηκαν στόν ἀγῶνα τῆς ἀρετῆς. Ἔτσι ἔγιναν οἱ πρωταθλητές τῆς εὐσέβειας, τῆς ἀρετῆς, τῆς ἁγιότητας ἀλλά καί τῶν γραμμάτων, τῆς παιδείας καί τῆς σοφίας.
Σέ αὐτό τό ἐξαιρετικά σημαντικό στάδιο ἀγῶνα, στό κατ᾽ ἐξοχήν ἀντικείμενο τους, τῶν γραμμάτων, τῆς παιδείας καί τῆς σοφίας, οἱ τρεῖς μέγιστοι φωστῆρες κατέβαλαν σωματικές καί πνευματικές δυνάμεις, ὥστε δικαίως χαρακτηρίστηκαν Οἰκουμενικοί Διδάσκαλοι.
Ἡ ἐπιλογή τῆς κοινῆς ἑορταστικῆς τιμῆς τους τήν 30ῇ Ἰανουαρίου ἤδη ἀπό τόν 11ο αἰῶνα, συνιστᾶ, ὅπως γράφει ὁ μακαριστός π. Γεώργιος Μεταλληνός, «ἀναγνώρισή τους ὡς αὐθεντικῶν μαρτύρων τῆς σώζουσας πίστης καί προβολέων τῆς γνήσιας ἑλληνοχριστιανικῆς ἀγωγῆς, ἀλλά προπάντων τῆς παιδείας τῆς παράδοσης μας». (https://orthodoxia.online).
Οἱ τρεῖς Ἱεράρχες, διαθέτοντας οἱ ἴδιοι εὐρύτατη παιδεία, ἦταν ἀναμενόμενο νά συλλάβουν τή σημασία καί τήν ἀξία τῆς Παιδείας γιά τόν ἄνθρωπο. «Ἡ παιδεία», γράφει ὁ Μέγας Βασίλειος «ἐστί ἀγωγή τις ὠφέλιμος τή ψυχή» (PG 29, 396Β). Καί συμπληρώνει ὁ ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος «Ἡ παιδεία εἶναι γύμνασμα, πού κάνει ἰσχυρό τόν ἀθλητή, ἀνίκητο στούς ἀγῶνες καί ἀήττητο στούς πολέμους» (PG 63, 209).
Παιδεία λέγεται καί ἡ ἀνάληψη μαθημάτων, συμπληρώνει ὁ Μέγας Βασίλειος. Τό νά γνωρίζει κανείς τή χρησιμότατη παιδεία, ἀποτελεῖ μεγάλο σταθμό γιά τή σωτηρία, τονίζει. Καί προτείνει ἀνάμεσα στά ἄλλα μαθήματα ἐκεῖνα τῆς Γεωμετρίας, τῆς Ἀστρολογίας, τῆς Μετεωρολογίας, τῆς Ποιητικῆς, τῆς Ρητορικῆς καί τῆς Εὕρεσης Σοφισμάτων (PG 29, 397Β).
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος Θεολόγος, δεινός μελετητής τῆς πλατωνικῆς φιλοσοφίας, προτείνει γιά τήν εὐρυμάθεια τοῦ ἀνθρώπου τά ἔργα τοῦ Ὁμήρου καί τοῦ Ησιόδου (PG 36, 1124B).
Ὁ ἴδιος ἄλλωστε χρησιμοποιεῖ ἰσότιμα στό λόγο του τή γλῶσσα τοῦ Ὁμήρου, τή γλῶσσα τοῦ Δημοσθένη καί τοῦ Εὐριπίδη παράλληλα μέ τή γλῶσσα τῶν Ἑβδομήκοντα, τῶν Εὐαγγελίων ἀλλά καί τῆς πρώιμης ἐκκλησιαστικῆς ποίησης [11].
Καί οἱ Τρεῖς ἐνδιαφέρονται γιά τήν ἄσκηση τῆς ἀγωγῆς καθώς πιστεύουν ὅτι ἡ ἀγωγή πού προσφέρεται στόν ἄνθρωπο εἶναι «τέχνη τεχνῶν καί ἐπιστήμη ἐπιστημῶν», ὅπως χαρακτηριστικά ὑπογραμμίζει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. «Αὕτη μοι φαίνεται τέχνη τίς εἶναι τεχνῶν, καί ἐπιστήμη ἐπιστημῶν, ἄνθρωπον ἄγειν, τό πολυτροπώτατον ζῶον καί ποικιλώτατον» (PG 35,425). Καί συμπληρώνει ὁ ἕτερος τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος «τῆς τέχνης ταύτης οὐκ ἐστίν ἄλλη μείζων. Τί γάρ ἴσον τοῦ ρυθμίσαι ψυχήν καί διαπλάσαι διάνοιαν;» [12]. Γιατί εἶναι φανερό ὅτι γιά τούς δύο ἱερούς Δασκάλους σκοπός τῆς πραγματικῆς ἀγωγῆς, τῆς παιδείας καί τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ συστήματος γενικότερα δέν εἶναι μόνο τό πνεῦμα, ὁ νοῦς, ἡ ἁπλή προσφορά γνώσεων, ἡ κατάκτηση τῶν γνώσεων καί ἡ ἐπεξεργασία τῶν γνωστῶν καί νέων πληροφοριῶν, ἀλλά ἡ πραγματική ἀγωγή πού ἀσκεῖται στήν ψυχή τοῦ παιδαγωγούμενου, ἡ καλλιέργεια τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς. τό κύριο βάρος τῆς οὐσιαστικῆς καί ὄχι μιᾶς ἐπιφανειακῆς παιδείας ὀφείλει νά πέφτει στήν καλλιέργεια τῆς ἀθάνατης ψυχῆς.

«Νά προσέχουν τά παιδιά μέ ποιούς συναναστρέφονται, νά προσέχουν ποιούς κάνουν φίλους. Ὅπως ὁ μολυσμένος ἀέρας, ὅταν τον εἰσπνεύσουμε, ἀφήνει μέσα μας χωρίς νά τά βλέπουμε μικρόβια τῆς αρρώστιας, ἔτσι καί τό κακό περιβάλλον ἀφήνει μέσα στή ψυχή τοῦ παιδιοῦ τή μόλυνση του» συνιστᾶ ὁ Μέγας Βασίλειος (PG 31, 348C).
Στή σημερινή μας ἐποχή εἶναι ἰδιαιτέρως φανερό μετά ἀπό τά δυσάρεστα φαινόμενα πού ἀπασχόλησαν καί προβλημάτισαν κατά καιρούς τόσο τήν παγκόσμια, ὅσο καί τήν ἑλληνική κοινωνία μέ τή βαρβαρότητα καί τή βιαιότητα πού ἐπέδειξαν παιδιά καί ἔφηβοι, ὅτι ἡ καλλιέργεια τῆς ψυχῆς εἶναι ἤ ὀφείλει νά εἶναι πρωταρχικό μέλημα τῆς παιδείας μας. Χωρίς ὅμως τήν πίστη μας στήν Ἐκκλησία, χωρίς νά βιώνουμε τήν πατερική θεολογία, χωρίς νά βλέπουμε τόν ἄλλον σάν ἀδελφό μέ κοινό Πατέρα, οἱ ὅποιες διδασκαλίες, θετικές ἤ θεωρητικές, ἐπιστημονικές ἤ οὑμανιστικές δέν καταφέρνουν νά ὁδηγήσουν, νά ἄγουν τό παιδί καί κατά συνέπεια ἕναν ὁλοκληρωμένο ἄνθρωπο στόν πραγματικό σεβασμό τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς καί ἀξιοπρέπειας, στήν ἀγάπη γιά τό συνάνθρωπο.
Ὁ σκοπός τῆς ἀγωγῆς, διδάσκει ὁ Μέγας Βασίλειος, ἔχει ὡς κέντρο της τόν Θεό: «ὁμοιωθῆναι Θεῷ κατά τό δυνατόν ἀνθρώπου φύσει. Ὁμοίωσις δέ, οὐκ ἄνευ γνώσεως, ἡ δέ γνῶσις οὐκ ἐκτός τῶν διδαγμάτων» (PG 32, 69Β).
Ἀξιοσημείωτο εἶναι ἐπίσης ὅτι τό κατ’ ἐξοχήν ἔργο τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ, τή διδασκαλία, ὁ ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος, τή συγκρίνει μέ τήν Ἱερωσύνη. «Τό τῆς διδασκαλίας καί τῆς ἱερωσύνης ἀξίωμα μέγα ἐστί καί θαυμαστόν» ὑποστηρίζει (PG 62, 525).
Μία βασική ἀρχή ἐξ ἄλλου τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν εἶναι καί ἡ θεωρία τῆς ἀξιοπιστίας τοῦ δασκάλου πού θεωρήθηκε ἐρευνητική ἐπιστημονική ἀνακάλυψη τῆς σύγχρονης παιδαγωγικῆς. «Ὁ γάρ μή ποιῶν καί διδάσκων, ἀναξιόπιστος ἐστίν εἰς ὠφέλειαν» [13] γράφει ὁ Μέγας Βασίλειος πρίν ἀπό 1700 ἔτη γιά νά ἔρθει στά πρόσφατα χρόνια ἡ μοντέρνα τάση στήν παιδαγωγική καί νά ὑποστηρίξει ὅτι ὁ ἐκπαιδευτικός πού δέν ἐφαρμόζει στήν πράξη τά ὅσα λέει, χάνει τήν ἀξιοπιστία του στά μάτια τῶν μαθητῶν του. Εἶναι ἀνούσιο λοιπόν τονίζει ὁ ἱερός Πατήρ τῆς Ἐκκλησίας μας ἄλλα νά λέει ὁ δάσκαλος καί ἄλλα νά κάνει. Ὁ ἐκπαιδευτικός λειτουργός διδάσκει καθημερινά μέ τό παράδειγμα του, σέ ὅλες τίς ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς του, εἴτε βρίσκεται στό χῶρο τοῦ σχολείου, στά παιδαγωγικά καί διδακτικά του καθήκοντα, εἴτε ἀκόμη καί στό δημόσιο βίο του, ἐκτός ἐκπαιδευτικῆς πράξης. Γιά νά ὑπογραμμίσει σχετικά μέ τό θέμα ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος πώς τό παράδειγμα τοῦ δασκάλου εἶναι ἀπό τά πλέον ἀποτελεσματικά μέσα. «Ὁ δέ παιδεύων οὐ δι’ ὧν λέγει μόνον, ἀλλά καί δι’ ὧν ποιεῖ τήν διδασκαλίαν προάγει» [14]. «Τίς ὁ τύπος (= ὁ κανόνας) τῆς διδαχῆς; Ὀρθῶς ζῆν καί μετά πολιτείας ἀρίστης» [15]. Καί συμπληρώνει: «Εὔκολον τοῦτο τό φιλοσοφεῖν ἐν ρήμασι· δίδαξόν μέ διά τοῦ βίου τοῦ σοῦ … Μείζων γάρ ἡ βλάβη, ὅταν καλῶς διδάσκων τίς διά ρημάτων, διά τῶν ἔργων πολεμῆ τῇ διδασκαλία» [16]. Μεγάλη ἀξία ἔχει τό παράδειγμα συμπληρώνει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος: «Τόν δέ παιδεύοντα, οὐ διά ρημάτων μόνον, ἀλλά διά πραγμάτων παιδεύειν χρή» (Ε.Π.Ε.14,554).
Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες ὡς Πατέρες καί διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας πίστευαν σέ μιά παιδεία μέ κέντρο τον Θεό τῆς ἀγάπης, μιά χριστοκεντρική παιδεία καί ἐκπαίδευση. Αὐτή ἡ παιδεία πού προτάσσει τό Χριστό στό κέντρο της δέν ἐπιτρέπει νά μετατρέπεται ὁ κάθε μαθητής ἀπό μοναδικό πρόσωπο σέ μιά πτυχή ἐγκεφάλου, σέ ἕναν ἠλεκτρονικό ὑπολογιστή ἤ σέ μιά μηχανή πού ἀπομνημονεύει καί παράγει. Σκοπός αὐτῆς τῆς παιδείας εἶναι νά γίνει ὁ κάθε μαθητής καλός ἄνθρωπος, νά ἔχει ἁγιότητα, νά ἔχει ἀρετή, νά γίνει καλός κἀγαθός.
«Ποιήσατε δικαιοσύνης ὅπλον καί μή θανάτου τήν παίδευσιν» γράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, γιατί ἐπιθυμεῖ βαθιά μέσα του ἡ παιδεία νά ὑπερασπίζεται τό δίκαιο καί ὄχι τόν θάνατο. Γιά νά συμπληρώσει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος πώς ὀφείλουμε νά διαπαιδαγωγήσουμε τούς νέους ἀπό μικρά παιδιά, ἔτσι, ὥστε, ὅταν «οἱ ἴδιοι ἀδικοῦνται, νά ὑπομένουν μέ καρτερία τήν ἀδικία, ὅταν ὅμως βλέπουν νά ἀδικῆται κάποιος ἄλλος, τότε νά σπεύδουν μέ γενναιότητα εἰς ὑπεράσπισιν τοῦ ἀδικουμένου καί νά τόν βοηθοῦν ὅσο πρέπει» [17].
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἐξ ἄλλου ἀναδεικνύει καί μιά παιδαγωγική ἀρχή 17 αἰῶνες πρίν ἀπό τίς ἡμέρες μας. Πρόκειται γιά τήν ἀρχή τῆς ἐξατομίκευσης τῆς ἀγωγῆς σύμφωνα μέ τήν ὁποία, ἡ ἀγωγή (διδασκαλία, συμβουλή) δέν ἀπευθύνεται γενικευμένα σέ μιά ὁμάδα μαθητῶν, στή σχολική τάξη, ἀλλά κυρίως ἐξατομικευμένα, σέ κάθε πρόσωπο χωριστά, σύμφωνα μέ τίς ἀπαιτήσεις, τά ἐνδιαφέροντα, τίς ἀνάγκες, τίς προσδοκίες του, ἀλλά καί τίς πνευματικές του δεξιότητες καί τίς ἀδυναμίες του. Ἡ ἀρχή τῆς ἐξατομίκευσης τῆς ἀγωγῆς (éducation individualisée, éducation – école sur mesure) ἤ τῆς ὀνομαζόμενης τά τελευταία χρόνια «προσωπικῆς ἀγωγῆς» ἀποτελεῖ γνώμονα, βάσει τοῦ ὁποίου ὀργανώνεται καί προγραμματίζεται ὀρθολογικά σήμερα ἡ παιδευτική ἐπικοινωνία [18]. Μέ τήν ἐξατομικευμένη ἀγωγή καί διδασκαλία ἀναδεικνύεται ἡ ἔννοια τοῦ προσώπου πού κατέχει δεσπόζουσα θέση σ᾽ ὁλόκληρη τήν θεολογία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας. Ο ἱερός Χρυσόστομος, ὡς παιδαγωγός, παρατηρεῖ: «Οὐ γάρ πᾶσιν ἑνί τρόπῳ προσενεκτέον (= πρέπει νά προσφέρουμε τήν ἀγωγή), ἀλλά διαφόρως καί ποικίλως καί πρός τά ὑποκείμενα» [19]. Καί σέ ἄλλη του ὁμιλία συμπληρώνει: «Οὐδέ γάρ οἱ παιδοτρίβαι πάντας ὁμοίως καί ἑνί τρόπῳ γυμνάζουσιν, ἀλλά τοῖς μέν ἀσθενεστέροις ἀσθενεῖς, τοῖς δέ γενναίοις τοιούτους παρέχουσιν ἀγωνιστάς» [20]. «Χαρακτηριστικές εἶναι καί οἱ ἑπόμενες παρατηρήσεις του: «Οὐ μήν πρός πάντας τούς μαθητάς οὕτω διακεῖσθαι ἡμᾶς χρή, ἀλλά πρός τούς ἡμέρους καί ἐναρέτους, πρός δέ τούς ἄλλους τούς διεφθαρμένους καί μή γνησίους ἑτέρως» [21]. «Ἐπειδή παντοδαπά νοσήματα ἐν δήμῳ τοσούτῳ (= σέ ἕνα τόσο πολυπληθῆ λαό) εἶναι εἰκός … διά τοῦτο καί ποικίλον εἶναι χρή τῆς διδασκαλίας τό φάρμακον» [22].
Ἕνα ἄλλο ἐξ ἄλλου παιδαγωγικό μέσο πού μπορεῖ νά ἀξιοποιήσει ὁ ἐνσυνείδητος παιδαγωγός εἶναι ἡ διάκριση, τονίζει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Η διάκριση, ἕνα ἐργαλεῖο, πού χρησιμοποιεῖ καί ὁ πνευματικός γέροντας στήν πράξη ἦταν σέ χρήση μέ τήν ἁγιοπνευματική ἔννοια ἀπό ἐκείνους τούς δασκάλους πού καθ᾽ ὅλη τή διάρκεια τῶν αἰώνων ἦταν συνειδητά μέλη τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. «Νά παρατηρῆτε ποιό ἔμφυτο προτέρημα ἔχουν τά παιδιά, γιά νά τό καλλιεργήσετε καί νά τό αὐξήσετε, ποιό φυσικό ἐλάττωμα (μειονέκτημα), γιά νά τό περιστείλετε καί νά τό ἐξαλείψετε» [23] ὑπογραμμίζει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Καί ὁ σύγχρονος ἐκπαιδευτικός, πού εἶναι καί συνειδητός χριστιανός συμπεριφέρεται μέ τέτοιο τρόπο καί ἀντιμετωπίζει μέ διάκριση τό κάθε παιδί, ἀφοῦ τό καθένα εἶναι ἕνα μοναδικό πρόσωπο γιά αὐτόν. Μέ τόν τρόπο αὐτό ὁ κάθε μαθητής νιώθει νά καταξιώνεται στήν τάξη γιά αὐτό πού εἶναι, γιά αὐτό πού ἀξίζει, μέ τά προσόντα του, τά χαρίσματα του ἤ τίς ἰδιαίτερες ἀνάγκες του. Ἔτσι ἀναδεικνύεται καί προβάλλεται τό ξεχωριστό πρόσωπο, ἀλλά καί ὅλη ἡ ὕπαρξη, ἡ μοναδική τοῦ κάθε παιδαγωγούμενου.
Δέν σταματᾶ ὅμως ἐδῶ ἡ ἀγωνία πού ἐκφράζουν οἱ τρεῖς Ἱεράρχες γιά τήν παιδεία. Στή σκέψη τους βρίσκεται συνεχῶς ἡ ἀνάγκη τῆς σωστῆς ἀνατροφῆς τῶν παιδιῶν, ἐκείνη πού εἶναι σύμφωνη μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Θερμά παρακαλεῖ καί παρωθεῖ τούς γονεῖς ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος: «Δέν παύω νά σᾶς παροτρύνω καί νά σᾶς παρακαλῶ καί νά σᾶς ἐξορκίζω: πρό παντός ἄλλου ἀναθρέψατε μέ τόν κατάλληλο τρόπο τά παιδιά σας» [24]. Γιά νά τονίσει ἀκόμα περισσότερο τή σπουδαιότητα τοῦ παιδευτικοῦ ρόλου τῶν γονέων, τούς χαρακτηρίζει ὡς «καλλιτέχνες» οἱ ὁποῖοι θά φιλοτεχνήσουν ἔργο μεγάλων αἰσθητικῶν ἀξιώσεων. Ἡ παιδαγωγική τους μοιάζει μέ λεπτή καλλιτεχνική ἐργασία: «Καθώς ἀκριβῶς μέ μεγάλη δεξιοτεχνία ἐπεξεργάζονται οἱ μέν ζωγράφοι τίς εἰκόνες, οἱ δέ γλύπτες τά ἀγάλματα, εἴθε κατά τόν ἴδιο τρόπο, κάθε πατέρας καί κάθε μητέρα γιά τά θαυμάσια αὐτά ἀγάλματα, πού εἶναι τά παιδιά τους, νά φροντίζουν ἐπιμελῶς» [25]. Συμβουλεύει λοιπόν μέ τήν ἐφαρμοσμένη παιδαγωγική του ὁ ἅγιος Ἰωάννης τούς δασκάλους καί τούς γονεῖς νά ἀναθρέφουν τά παιδιά ἔτσι ὥστε νά γίνουν καλοί χριστιανοί γιατί ἀντιθέτως ἄν γίνουν ἀναιδῆ, ἀκόλαστα, ἀπείθαρχα καί βάναυσα πρῶτοι αὐτοί θά γευθοῦν τούς πικρούς καρπούς τῆς κακίας τους. Καί συνεχίζει, ρωτώντας ἕναν πατέρα ἄν μποροῦσε νά στερήσει ἀπό τό παιδί του τήν ὑλική τροφή καί νά τό βλέπει νά λιώνει. Στήν ἀρνητική ἀπάντηση τοῦ φυσικοῦ πατέρα, συνεχίζει ὁ ἱερός Χρυσόστομος καί ρωτᾶ, γιατί τώρα πού τό παιδί καταστρέφεται ἀπό πνευματική πείνα καί δίψα καί ὁδηγεῖται μέ μαθηματική ἀκρίβεια στόν πνευματικό θάνατο ἐκεῖνος ἀδιαφορεῖ; Ὁ πραγματικός γονέας καί δάσκαλος εἶναι ἐν τέλει ἐκεῖνος πού νοιάζεται περισσότερο γιά τήν πνευματική τροφή τοῦ παιδιοῦ καί λιγότερο γιά τήν ὑλική καί ἐκεῖνος πού θά τό διαπαιδαγωγήσει νά κινεῖται καί νά σκέπτεται σωστά, ἀπό τήν τρυφερή καί εὔπλαστη ἀκόμη ἡλικία.
Ἡ διδασκαλία, τά ἔργα καί οἱ πράξεις τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν ἦταν πρωτοποριακά τόσο γιά τήν ἐποχή τούς ὅσο καί γιά τή δική μας.
Ἄσκησαν κριτική κατά τῆς ἀνισότητας καί ὑπέρ τῆς δικαιοσύνης σέ μιά ἐποχή διακρίσεων. Ὅρισαν τήν ὁμοτιμία καί τήν ἰσοτιμία τῶν ἀνθρώπων ὡς φυσικό δῶρο τοῦ Δημιουργοῦ, καί τούς διαχωρισμούς τῶν ἀνθρώπων τούς καταγγέλλουν ὡς «φαῦλες τομές». «Τίς δεσπότης ἤ δοῦλος; ἡ φαύλη τομή», γράφει ὁ Γρηγόριος, «εἷς πᾶσι πλάστης, εἷς νόμος, κρίσις μία˙ ὑπηρετούμενος δέ σύνδουλον βλέπε˙ ὅταν λυθῆς, φάνηθι τιμιώτερος» [26].
Ρῆγμα στήν ανδροκρατική κοινωνία τῆς ἐποχῆς, ἀλλά καί στή σημερινή ἀποτελοῦν λόγοι ὅπως: "ἄνδρες ἦσαν οἱ νομοθετοῦντες, διά τοῦτο κατά γυναικῶν ἡ νομοθεσία", "εἷς ποιητής ἀνδρός καί γυναικός". Σ' ὅσους ἐπικαλοῦνται γραφικά χωρία στίς θεωρίες τους περί ὑπεροχῆς τῶν ἀνδρῶν ὁ ἱερός Χρυσόστομος δέν διστάζει νά παραλληλίσει τήν ὁμοτιμία τῶν δύο φύλων μέ τήν ὁμοτιμία τοῦ Υἱοῦ πρός τόν Πατέρα [27].
Καί οἱ τρεῖς Πατέρες ἄσκησαν κριτική σέ θέματα κοινωνικῆς ἀδικίας καί ἀνθρώπινης ἐκμετάλλευσης καί ὅταν κάποιος ἀκούει σημερινούς ἐκπροσώπους διαφόρων ὀργανώσεων, πού μάχονται γιά τά ἀνθρώπινα δικαιώματα σέ ὅλο τόν πλανήτη εἶναι σάν νά διαβάζει τά ἔργα τῶν τριῶν Ἁγίων μας.
Βέβαια, ὁ λόγος τῶν Τριῶν Πατέρων δέν ἔμενε στήν θεωρία καί μόνο. Ἔσκυβαν πάντα πάνω ἀπό τά προβλήματα τοῦ ἁπλοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ πρόσφεραν λύσεις καί γιά τά ὑλικά ἀλλά καί γιά τά πνευματικά ζητήματα. Εἶναι σέ ὅλους γνωστό τό μεγάλο ἐπίτευγμα πού ἐπιτέλεσε στήν ἐποχή τοῦ ὁ Μέγας Βασίλειος μέ τή περίφημη Βασιλειάδα του, πού ὅπως προαναφέρθηκε ἦταν τό συγκρότημα τῶν εὐαγῶν ἱδρυμάτων γιά τήν προστασία τῶν μή ἐχόντων.
«Πατήρ ὀρφανῶν, καί χηρῶν προασπιστής, καί πλοῦτος πένησι, τῶν ἀσθενούντων ἡ παράκλησις καί τῶν πλοιούντων κυβέρνησις, γήρους βακτηρία ἐδείχθης, παιδαγωγία νεότητος, καί μοναζόντων ἀρετῆς κανών, Βασίλειε» γράφτηκε γιά τό Μέγα Βασίλειο (PG 29, cccxcv).
«Ἔθρεψας λιμῷ τακεῖσας ψυχάς πάντων ἀφθόνως, καί τάς τῶν πεινόντων καρδίας πάσης ἐνέπλησαν, Βασίλειε, θεϊκῆς εὐφροσύνης» Μέγας Βασίλειος (PG 29, cccxcv).
«Βυθίσας τόν νοῦν εἰς τά βάθη τοῦ Θεοῦ τά ἀκατάληπτα, συλλεξάμενος δέ τόν πολύτιμον σύ μαργαρίτην τῆς γνώσεως, ἐπλούτισας τόν κόσμον σοφίας καί κραυγάζειν ἐδίδαξας, Εὐλογητός ὁ Θεός τῶν πατέρων ἡμῶν» Μέγας Βασίλειος (PG 29, cccxcv)
Ὅλα τά παραπάνω ἀναφέρθηκαν χάριν παραδείγματος καθώς τό σύνολο τοῦ ἔργου τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν εἶναι τεράστιο καί ἀποτελεῖ τή βάση τῆς Ἱερᾶς Παραδόσεώς μας. Ἡ διδασκαλία τους, 17 σχεδόν αἰῶνες μετά, εἶναι τόσο ἐπίκαιρη ὅσο καί στήν ἐποχή τους. Ἡ παιδεία πού προτείνουν οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες ἀποτελεῖ σημεῖο ἀναφορᾶς ἀλλά καί ἀγωνίας γιά τούς σημερινούς σκεπτόμενους ἀνθρώπους τῶν Γραμμάτων.
Ἡ παιδεία κατά τούς Τρεῖς Ἱεράρχες εἶναι, σύμφωνα μέ τό μακαριστό π. Γεώργιο Μεταλληνό, ἀναζήτηση τῆς μόνης Ἀλήθειας ἀλλά καί μύηση σ’ αὐτήν. Αὐτό σημαίνει καί ὁ ἑλληνικός ὅρος φιλοσοφία, τονίζει ὁ ἴδιος. Ἡ ζητούμενη δέ σοφία εἶναι κατ’ αὐτούς ὁ Ἰησοῦς Χριστός ὡς ἔνσαρκη Παναλήθεια. Ἡ ἐπιστήμη θεραπεύεται ὡς λειτουργία ψηλάφησης τῶν θείων ἐνεργειῶν μέσα στήν Κτίση. Οἱ τέχνες ἀσκοῦνται ὡς πραγμάτωση τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου καί ἀλληλοδιακονία. Ἡ ζήτηση τῆς Ἀλήθειας (φιλοσοφία), ἡ ἀγάπη γιά τό ὡραῖο (φιλο-καλία), ἡ θεραπεία τοῦ δικαίου, ἀστασίαστα συστατικά τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης, καταφάσκονται ἀπό τούς Πατέρες μας καί κυρίως ἀπό τόν Μ. Βασίλειο, πού κατεῖχε σέ ὑπέρτατο βαθμό ὅλες τίς ἐπιστῆμες στήν ἐποχή του (ΡG 31, 389-392. 416) https://orthodoxia.online
Ὁ Γεώργιος Μπαμπινιώτης, Καθηγητής τῆς Γλωσσολογίας τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, στόν προβληματισμό του γιά «Τά περί παιδείας διδάγματα τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν καί [τ]ή σημερινή ἐκπαιδευτική πραγματικότητα», πρίν ἀπό τέσσερα χρόνια, 30 Ἰανουαρίου 2016, γράφει: «Ἄν κάτι χαρακτηρίζει τήν παιδεία μας σέ εὐρωπαϊκό ἴσως ἐπίπεδο εἶναι ὅτι ἐξακολουθεῖ καί σήμερα νά μᾶς διαφεύγει ἡ οὐσία, πού ἦταν καί εἶναι ἡ ἀγωγή ψυχῶν. Μέ ἄλλα λόγια, «περί ἄλλων τυρβαζόμεθα», ἐνῶ «χρεία ἐστί ἑνός», νά ἀναπτύξουμε τήν ἅγια πλευρά τοῦ ἀνθρώπου, τήν καλλιέργεια τῆς ψυχῆς καί τοῦ νοῦ του καί νά τον ὁδηγήσουμε σέ μιά πνευματική ἀνάταση καί ἐγρήγορση, ὥστε νά βλέπει καί νά ἐνεργεῖ σωστά, διακρίνοντας τό καίριο ἀπό τό ἀσήμαντο, τό μόνιμο ἀπό τό πρόσκαιρο, τήν οὐσία ἀπό τά «συμβεβηκότα» τῆς οὐσίας, γιά νά θυμηθοῦμε τόν ἡμέτερο Ἀριστοτέλη». Καί συνεχίζει: «Ἄν συγκρίνει κανείς τήν παιδεία πού προτείνουν οἱ σοφοί Ἱεράρχες μέ τή σημερινή ἐκπαιδευτική πραγματικότητα, τοὐλάχιστον στήν Ἑλλάδα, ὅπου ἡ διδασκαλία τῶν χριστιανικῶν ἀξιῶν καί τῶν ἀρχῶν τοῦ Εὐαγγελίου ἀπό τή μιά μεριά ἔχουν συμπιεσθεῖ σ’ ἕνα συχνά ἀποστεωμένο καί σχολαστικό-πληροφοριακό μάθημα Θρησκευτικῶν, στριμωγμένο κάπου στό σχολικό πρόγραμμα καί ὑπό συνεχῆ συρρίκνωση, κι' ἀπό τήν ἄλλη μεριά, ἄν ληφθεῖ ὑπ’ ὄψιν ὅ,τι ὀργιάζει σέ ὅλα τά τηλεοπτικά προγράμματα ὅ,τι ἄμεσα καί δραστικότατα καταργεῖ μέσα σέ λίγα λεπτά αὐτά πού ὁ δάσκαλος στό σχολεῖο καί ὁ παπᾶς στήν Ἐκκλησία ἀγωνίζονται νά χτίσουν στήν ψυχή τῶν παιδιῶν, ἄν συνειδητοποιήσει κανείς τή λειτουργία καί τίς ἐπιπτώσεις αὐτῆς τῆς αποδομητικῆς καί σχιζοφρενικῆς (γιά τήν ψυχή καί τήν προσωπικότητα τῶν νέων παιδιῶν) διαδικασίας, τότε θά καταλάβει ἄν ἡ Παιδεία στίς μέρες μας μπορεῖ νά ἐπιτελέσει τόν ανθρωποπλαστικό καί δημιουργικό ρόλο πού ὁραματίστηκαν οἱ φωτισμένοι Ἱεράρχες. Στήν ἐρώτηση πώς θεραπεύεται αὐτή ἡ κατάσταση, ἡ ἀπάντηση εἶναι, νομίζω, μία: ὁ τρώσας καί ἰάσεται…» τονίζει ὁ Καθηγητής. (Πηγή: Γεωργίου Δ. Μπαμπινιώτη, «Χριστιανική καί Ἑλληνική Πνευματικότητα», ἐκδ. Ἀκρίτας).
Μέ αὐτούς τούς προβληματισμούς γιά τή σύγχρονη παιδεία καί κλείνοντας τό λόγο μας γιά τίς τρεῖς μεγάλες αὐτές ἅγιες μορφές, ὀφείλουμε νά τονίσουμε ὅτι οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες ὡς Ἅγιοι, ὡς ἄριστοι παιδαγωγοί καί ὡς ἐκκλησιαστικοί Πατέρες ἐξακολουθοῦν νά εἶναι οἱ ὄντως Δάσκαλοι τῆς Οἰκουμένης, οἱ ὁποῖοι μᾶς διδάσκουν σήμερα καί πάντοτε, ἀφοῦ τούς ἀνέδειξε ὁ Χριστός στόν κόσμο αἰώνιες φωτιστικές λαμπάδες [28]. Ἐμεῖς, λοιπόν, μποροῦμε νά ἐπιλέξουμε νά ἀντλήσουμε διδάγματα ἀπό τή σοφία τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν καί τό ἡρωικό φρόνημα τους, νά προβληματιστοῦμε γιά τήν παιδεία πού δίνουμε στά σχολειά μας, νά τούς μιμηθοῦμε καί νά ἀρχίσουμε μέ ζῆλο καί θέρμη ἕναν ἀγῶνα ἐσωτερικῆς κάθαρσης γιά τήν ἐπικράτηση στήν κοινωνία μας τῆς χριστιανικῆς πίστης, τῆς ἀγάπης, τῆς ἀλήθειας καί τῆς δικαιοσύνης[29].

--------------------------------------------------------------------
[1] Ἀπό τά τροπάρια τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς ἑορτῆς.

[2] Ἀλ. Καριώτογλου, Οἱ ἀντιλήψεις τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν γιά τήν παιδεία, Ἀθήνα 1984, σσ. 8-9.

[3] Στυλιανός Γ. Παπαδόπουλος, Μέγας Βασίλειος. Βίος καί Θεολογία, Ἀθῆναι 1989, σσ. 16-24, 29-37, 43-55, 63-74, 84-100. Στυλιανός Γ. Παπαδόπουλος, Πατρολογία Β´, Ἀθήνα 1990, σσ. 355-407.

[4] Ἀλ. Καριώτογλου-Γ. Ροδίτη, Ἐκκλησία μιά νέα κοινωνία σέ πορεία, ΟΕΔΒ Γ΄ Γυμνασίου, σσ. 107-111.

[5] Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, Συνοπτικός βίος τοῦ ἐν ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως.
http://www.impantokratoros.gr/agios-chrysostomos.print.el.aspx

[6] Παλλάδιος Ἑλενοπόλεως, Διάλογος, Ε’ PG 47,18 «…Κἀκεῖ διατρίψας τρὶς ὀκτὼ μῆνας, ἄϋπνος διετέλει τὸ πλεῖστον, ἐκμανθάνων τὰς τοῦ Χριστοῦ διαθήκας, πρὸς ἐξοστρακισμὸν τῆς ἀγνοίας. Μὴ ἀναπεσὼν δὲ τὸν τῆς διετίας χρόνον, μὴ νύκτωρ, μὴ καθ’ ἡμέραν, νεκροῦται τὰ ὑπὸ γαστέρα πληγεὶς ἀπὸ τοῦ κρύου τὰς περὶ τοὺς νεφροὺς δυνάμεις».

[7] Στ'. Γ. Παπαδόπουλος, Μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, Ἀθήνα 1986, σ'. 223.

[8] π. Γ. Δ. Μεταλληνός, Ὀρθόδοξη θεώρηση τῆς κοινωνίας, Ἀθήνα 1986, σ'. 58.

[9] Ἀλ. Καριώτογλου-Γ. Ροδίτη, Ἐκκλησία μιά νέα κοινωνία σέ πορεία, ΟΕΔΒ Γ΄ Γυμνασίου, σ'. 130.

[10] Λόγος ἐγκωμιαστικός στήν ἀνακομιδή τοῦ λειψάνου τοῦ Ἁγίου Πατρός ἡμῶν Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου πού συνέγραψε ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης.
http://www.impantokratoros.gr/agios-chrysostomos.print.el.aspx

[11] Δημήτρης Μαυρόπουλος, ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ, Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, Ὁμιλία πού ἐκφωνήθηκε στίς 24 Ἰανουαρίου 2016 στό Δημαρχεῖο Ἀμαρουσίου, πού ὀργάνωσε ἡ «Ἑστία Πατερικῶν Μελετῶν» (ὑπεύθυνος π. Σαράντης Σαράντος).
https://www.orthros.eu/

[12] Ὁμιλία ΝΘ΄, εἰς τό κατά Ματθ., P. G. 58, 584.

[13] ΡG 30, 497

[14] Περί ἀπολ. τῶν μελλόντων …, 5 ΕΠΕ 31, 246 καί P. G. 51, 352.

[15] Εἰς Ρωμ., ὁμιλ. ΙΒ΄, 7 ΕΠΕ, 17, 64 καί P. G. 60, 489, ὁμιλ. ΙΑ΄, δ΄.

[16] Εἰς Πράξ., ὁμιλ. Λ΄, 3 ΕΠΕ, 16 Α, 204 καί P. G. 60, 225.

[17] Περί κενοδοξίας καί ὅπως δεῖ ἀνατρέφειν …, παρ'. 31 καί 72.

[18] Γεωργίου Κρουσταλάκη, Διαπαιδαγώγηση, πορεία ζωῆς, Ἀθήνα, 20068, σ'. 45. Γεωργίου Σ. Κρουσταλάκη, Ἡ παιδαγωγική τοῦ ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Χρυσοστόμου.
http://www.imaik.gr/?p=6593

[19] Εἰς Τίτον, ὁμιλ. Γ΄, 2, ΕΠΕ, 24, 60-62 καί PG 62, 678-679.

[20] Πρός Σταγείριον, λόγος Α΄, 6, ΕΠΕ, 29, 76 καί PG 47, 440.

[21] Εἰς Α’ Τιμ., ὁμιλ. Α΄, 2, ΕΠΕ, 23, 126 καί PG 62, 505.

[22] Εἰς Ἀνδριάντας, ὁμιλ. ΙΔ΄, 4, ΕΠΕ, 32, 422 καί PG 49, 149.

[23] Περί κενοδοξίας καί ὅπως δεῖ ἀνατρέφειν …, παρ'. 22.

[24] Περί κενοδοξίας καί ὅπως δεῖ τούς γονέας …», παρ'. 19.

[25] Περί κενοδοξίας καί ὅπως δεῖ ἀνατρέφειν …, παρ'. 22.

[26] S. Gregorii Nazianzeni, Carmina Selecta, (cura Ernesti Dronke), Gottingae 1840, σ'. 163.

[27] Νικόλαος Φ. Ντόντος, τό ΚΑΘΟΛΙΚΟ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟ ΗΘΟΣ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ, Ἐφημερ. Θεσσαλία, ἔνθετο Πολιτισμός, 3 Φεβρουαρίου 2002.
http://agiameteora.net/index.php/afieromata/trion-ierarxon/659-to-katholiko-kai-oikoumeniko-ithos-ton-trion-ierarxon.html

[28] Γράφτηκε γιά τό Μέγα Βασίλειο (PG 29, CCCXCIV)

[29] Ἀρχιμ. Κυρίλλου Χριστάκη, «Η ἀνδρεία καί ἡ εὐψυχία τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν», ἐφημ. Νέος Ἀγών, 30 Ἰανουαρίου 1987, σ. 3.

 

Ἄλμπουμ φωτογραφιῶν ἀπό τόν Ἐκκλησιασμό Γυμνασίου & Λυκείου Κυθήρων στόν Ἱερό Ναό Ἐσταυρωμένου Χριστοῦ Χώρας
& ἀπό τήν ἐκδήλωση στό Λεοντσίνειο


footer

© Copyright 2024 - Ιερά Μητρόπολις Κυθήρων και Αντικυθήρων Back To Top

Publish the Menu module to "offcanvas" position. Here you can publish other modules as well.
Learn More.