Κυριακή 23η Ἰανουαρίου 2011
 ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ

 

ΓΡΑΠΤΟΝ Θ. ΚΗΡΥΓΜΑ
ΤΟ ΔΩΡΟ ΤΗΣ ΟΡΑΣΕΩΣ

          Οἱ πιό πολλοί ἀπό μᾶς, θεωρώντας ὅτι εἶναι αὐτονόητο νά βλέπουμε, ξεχνᾶμε πόσο σπουδαῖο στοιχεῖο τῆς ζωῆς μας εἶναι ἡ ὅραση. Καί τό θυμόμαστε (ἤ τό ὑποψιαζόμαστε κάπως), ὅταν συναντήσουμε κάποιον συνάνθρωπό μας τυφλόν. Ἤ ὅταν -ἀπό ἀρρώστεια ἤ γεράματα- πάψουμε νά βλέπουμε, ὅπως πρῶτα.

          Ὁ τυφλός τῆς σημερινῆς Εὐαγγελικῆς περικοπῆς, ἔστεκε ἔξω ἀπό τήν Ἱεριχώ, συμβιβασμένος πιά μέ τήν ἀνίατη ἀναπηρία του, ἐκλιπαρώντας γιά μικρή βοήθεια ἀπό τούς περαστικούς, ὥστε νά μπορεῖ νά ἐπιβιώνει.

          Φαίνεται ὅμως, ὅτι μέσα στήν καρδιά του ὑπῆρχε μιά ἐλπίδα καί μιά ἀδιανόητη, φανταστική προσδοκία: μήπως μπορέσει κάποτε νά ἰδεῖ!

          Ἡ φήμη τοῦ Ἰησοῦ ἀπό τήν Ναζαρέτ εἶχε πιά ξεπεράσει τά ὅρια τῆς Γαλιλαίας∙ εἶχε πλημμυρίσει ὅλο τό Ἰσραήλ. Κι ὁ τυφλός κάτι εἶχε ἀκούσει. Ἐκεῖνος ὁ ἀπόγονος τοῦ Δαυΐδ θεράπευε κάθε ἀρρώστεια. Νἆταν πράγματι ἀλήθεια; Μά πῶς νά τόν συναντοῦσε; Πῶς νά τόν πετύχαινε κάπου;

          Ὁ τυφλός ἦταν πεπεισμένος πώς ὁ Χριστός δέν θά τόν ἄφηνε ἔτσι. Ἡ πίστη του σ' Αὐτόν αὐθόρμητη, καρδιακή, ἀνεξήγητη φώλευε μέσα του. Κι ὅταν ἄκουσε κόσμο πολύ νά περνάει, κάτι σκίρτησε στήν ψυχή του. Ἀσυνείδητα, ἀκόμη, ἡ ἐλπίδα φούντωσε. Ρώτησε τί συμβαίνει. «-Περνάει ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος!» τοῦ ἐξήγησαν.

          Ἄρχισε νά φωνάζει, δυνατά στήν ἀρχή, βροντερά ἀργότερα, ὅταν προσπάθησαν νά τόν φιμώσουν: «-Ἰησοῦ, Υἱέ Δαυΐδ, ἐλέησόν με».

          Τήν συνέχεια τήν γνωρίζουμε. Μόνο μέ τόν Λόγο Του ὁ Ἰησοῦς τοῦ χάρισε τήν ὅρασι!..

          Ὁ τυφλός ἄρχισε νά δοξάζει συνέχεια τόν Θεό καί προστέθηκε στήν πολυάνθρωπη πορεία...

******

          Πόσα ἀγαθά, χριστιανοί μου, ἀπολαμβάνουμε καθημερινά θεωρώντας τα φυσικές δυνατότητές μας, ἐνῶ αὐτά εἶναι πολύτιμες δωρεές τοῦ Πλάστη μας! Καί πόσες φορές ξεχνᾶμε νά εὐχαριστήσουμε τόν Κύριο Ἰησοῦ γιά ὅσα ξέρουμε, ἀλλά καί γιά ὅσα ἀγνοοῦμε... Τίς «φανερές καί ἀφανεῖς εὐεργεσίες τίς ὑπέρ ἡμῶν»... 
          Ἄς ψελλίσουμε ἁπλᾶ, ταπεινά τούς στίχους:
«Ὅταν τριγύρω βλέπω τῆς φύσεως τά κάλλη:
τόν Ἥλιο, τή Σελήνη, τ' ἄστρα τά φωτεινά!
Καί τ' ἄνθη πού στολίζουν ἀγρούς καί μονοπάτια!..
Σ' εὐχαριστῶ, Θεέ μου, πού μοὔδωσες τά μάτια».

π.Π.Μαρ.