Ἐν Κυθήροις τῇ 14ῃ Φεβρουαρίου 2025
Ἀρχ. Παύλου Δημητρακοπούλου
Ὑπευθύνου τοῦ Γρ. Αἱρέσεων καί παραθρησκειῶν
Ἄλλο ἕνα πλήγμα στήν ἑνότητα τῆς παγκοσμίου Ὀρθοδοξίας ὁ κοινός ἑορτασμός τοῦ Πάσχα μέ τούς ἑτεροδόξους.
Τό 2025 εἶναι ἕνας σημαντικός ἱστορικός σταθμός γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας διότι, ὅπως ὅλοι γνωρίζουμε, τή χρονιά αὐτή συμπληρώνονται 1700 χρόνια ἀπό τήν σύγκληση τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (325). Μέ ἀφορμή τό ἐπετειακό αὐτό γεγονός ἐπανέρχεται γιά μιά ἀκόμη φορά στό προσκήνιο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐπικαιρότητος ἀπό οἰκουμενιστικούς κύκλους τοῦ Φαναρίου ἡ προσπάθεια καθιερώσεως κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα μέ τούς ἑτεροδόξους, ἀλλά καί ὁ ἀπό κοινοῦ μ’ αὐτούς ἑορτασμός τῶν 1700 χρόνων ἀπό τήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο.
Χωρίς ἀμφιβολία ἡ Σύνοδος αὐτή θεωρεῖται ὡς μία ἀπό τίς σπουδαιότερες Συνόδους τῆς Ἐκκλησίας μας ὄχι μόνο γιά τό ἀντιαιρετικό της ἔργο, ἀλλά καί διότι ἀποτέλεσε σημεῖο ἀναφορᾶς σέ ὅλες τίς μεταγενέστερες Συνόδους, Οἰκουμενικές καί Τοπικές. Ἡ σπουδαιότητά της καταδεικνύεται καί ἀπό τό γεγονός, ὅτι καθόρισε καί τόν ἀκριβή χρόνο ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα, ἔτσι ὥστε νά ἑορτάζεται παγκοσμίως σέ Ἀνατολή καί Δύση τήν ἴδια ἡμέρα, συμβάλλοντας ἔτσι στήν ἑορτολογική καί λειτουργική ἑνότητα τῆς ἑνιαίας, τότε, Χριστιανοσύνης καί θέτοντας τέρμα σέ μιά μακροχρόνια ἐνδοεκκλησιαστική ἔριδα, πού προηγήθηκε.
Ὡστόσο τό κατ’ ἀρχήν χαρμόσυνο αὐτό ἐπετειακό γεγονός σκιάζεται τόσον ἀπό δηλώσεις τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου, ὅσο καί ἀπό δηλώσεις θιασωτῶν τοῦ οἰκουμενισμοῦ γενικότερα, οἱ ὁποῖες δημιουργοῦν μέσα μας αἰσθήματα θλίψεως καί ἀνησυχίας. Καί τοῦτο διότι στίς ἐν λόγῳ δηλώσεις διατυπώνονται ξεκάθαρα καί ἀπερίφραστα θέσεις καί ἀπόψεις, πού ἔρχονται σέ ἀντίθεση μέ τήν Κανονική καί Πατερική μας Παράδοση. Πιό συγκεκριμένα διατυπώνεται ὁ ἰσχυρισμός ὅτι ἡ ἐν λόγῳ ἐπέτειος εἶναι μιά καλή εὐκαιρία γιά τήν καθιέρωση στό ἑξῆς κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα ὅλων τῶν χριστιανῶν, Ὀρθοδόξων καί ἑτεροδόξων, πού θά ἀποτελέσει τήν ἀφετηρία γιά τή δρομολόγηση, (ἐν καιρῷ), τῆς πλήρους ὁρατῆς «ἕνωσής» μας μ’ αὐτούς στό κοινό Ποτήριο. Καλλιεργοῦν τά πρόσωπα αὐτά ἕνα «κλίμα» ἐντεινόμενης σύγκλησης κυρίως μέ τούς Παπικούς καί πιστεύουν ὅτι ὁ κοινός ἑορτασμός θά «φέρει ἀκόμη πιό κοντά τίς Ἐκκλησίες», οἱ ὁποῖες θά συνειδητοποιήσουν τήν ἀνάγκη τῆς ἑνότητας καί θά προχωρήσουν πρός τήν «πολυπόθητη ἕνωση»! Ἤδη ἕνα πρῶτο μεγάλο βῆμα πρός τήν κατεύθυνση αὐτή πραγματοποιήθηκε στήν ἰδιόμορφη σύνοδο τῆς Κρήτης (2016), μέ τήν ἀναγνώριση τῶν ἑτεροδόξων αἱρετικῶν ὡς «ἱστορικῶν Ἐκκλησιῶν» μέ ἔγκυρα μυστήρια καί ἀποστολική διαδοχή. Ὡστόσο ἀγνοοῦν, (ἤ θέλουν νά ἀγνοοῦν), ὅτι ὁ κατά Θεόν συνεορτασμός θεωρεῖται καί ὑπάρχει μόνον ὅταν ἀνήκουμε στό ἴδιο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία Του καί οὐδέποτε μέ αἱρετικούς. Ἔξω ἀπό αὐτήν τήν οὐσιώδη ἐκκλησιαστική προϋπόθεση ἀληθινός καί θεάρεστος συνεορτασμός δέν ὑπάρχει! Ἐάν ἀκόμη καί ἡ ἁπλή συμπροσευχή μέ ἑτεροδόξους αἱρετικούς ἀπαγορεύεται ρητά ἀπό πλῆθος Ἱερῶν Κανόνων ἐπί ποινῇ ἀφορισμοῦ, ἤ καθαιρέσεως, πόσο μᾶλλον ὁ ἀπό κοινοῦ συνεορτασμός τῆς «ἑορτῆς τῶν ἑορτῶν καί τῆς πανηγύρεως τῶν πανηγύρεων»;
Ὁ μακαριστός π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος, ἄνθρωπος ἐγνωσμένης πνευματικότητος καί κορυφαῖος κανονολόγος τῆς ἐποχῆς μας, ἀναφερόμενος στό ἐν λόγῳ θέμα, λέγει χαρακτηριστικά τά ἑξῆς: «Ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος ἠθέλησε νά θεσπίσῃ κοινόν ἑορτασμόν, ἀλλά διά τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας, οὐχί διά τούς ἐκτός αὐτῆς εὑρισκομένους… Τό νά συγκροτῶνται “Οἰκουμενικά Συμπόσια” ἤ ἄλλου τύπου Συνέδρια μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων καί τῆς πανσπερμίας τῶν αἱρετικῶν καί ἐν αὐτοῖς νά συσκεπτώμεθα περί καθορισμοῦ κοινῶν ἑορτασμῶν, ἐμμενόντων ὅμως καί τῶν μέν καί τῶν δέ (Ὀρθοδόξων καί αἱρετικῶν) ἐν τοῖς οἰκείοις Δογματικοῖς χώροις, τοῦτο ἄγνωστον καί ἀδιανόητον ὄν εἰς τήν ἱστορίαν τῆς Ἐκκλησίας, ὄζον δέ ἀπαισίου θρησκευτικοῦ συγκρητισμοῦ καί τεῖνον εἰς τήν καθιέρωσιν τῆς ἁρμονικῆς καί ἀδιαταράκτου συνυπάρξεως ἀληθείας καί πλάνης, φωτός καί σκότους, μόνον ὡς “σημεῖον τῶν καιρῶν” δύναται νά ἑρμηνευθῆ».
Τό θέμα τῆς καθιερώσεως κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα δέν εἶναι μιά καινούργια ἰδέα, πού γεννήθηκε πρόσφατα στή σκέψη τοῦ σημερινοῦ προκαθημένου τοῦ Φαναρίου. Ἔχει μιά ἱστορία πάνω ἀπό 100 χρόνια. Παρακάτω παραθέτουμε μέ ἄκρα συντομία τούς κυριότερους σταθμούς του, ὥστε ὁ ἀναγνώστης, ἀφ’ ἑνός μέν νά ἔχει μιά γενική, συνοπτική εἰκόνα τοῦ θέματος καί ἀφ’ ἑτέρου γιά νά καταδειχθεῖ, ὅτι ὁ κοινός ἑορτασμός πάντοτε, μά πάντοτε, στό παρελθόν χρησιμοποιήθηκε σάν «ὄχημα» καί σάν «ἐργαλεῖο» γιά τήν «ἕνωση» Ἀνατολῆς καί Δύσεως.
Ὁ πρῶτος Οἰκουμενικός Πατριάρχης πού ἔρριξε τόν σπόρο περί κοινοῦ ἑορτασμοῦ ἦταν ὁ μακαριστός Ἰωακείμ ὁ Γ΄. Σέ Ἐγκύκλιο Γράμμα του, τό 1902, πρός τά λοιπά Πατριαρχεῖα καί Τοπικές Ὀρθόδοξες Ἐκκλησίες κάνει λόγο μεταξύ ἄλλων «περί κοινοῦ ἑορτολογίου…ἀποδοχῆς τοῦ Γρηγοριανοῦ…καί περί τῆς κατ’ ἀναγκαίαν ἀκολουθίαν μεταστάσεως τοῦ καθ’ ἡμᾶς ἐκκλησιαστικοῦ ἡμερολογίου…ὡς εὐοίωνον ἀπαρχήν τῆς ἐλπιζομένης καί ποθητῆς παγκοσμίου χριστιανικῆς ἑνότητος» . Μερικά χρόνια ἀργότερα, ἐπί πατριαρχίας κυροῦ Δωροθέου τοῦ Α΄, (τοποτηρητοῦ στόν οἰκουμενικό θρόνο), ἐξεδόθη ἡ περιβόητη Πατριαρχική Ἐγκύκλιος τοῦ 1920, ὅπου γίνεται πάλι λόγος περί κοινοῦ ἑορτασμοῦ καί ἐπαναλαμβάνεται οὐσιαστικά ἡ πρόταση τοῦ προκατόχου του, Ἰωακείμ τοῦ Γ΄. Λίγο ἀργότερα, τό 1923, ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κυρός Μελέτιος ὁ Δ΄ ὁ Μεταξάκης, ἐπιχειρεῖ νέα προσπάθεια ἀλλαγῆς τοῦ ἡμερολογίου καί τοῦ Πασχαλίου. Σέ Συνέδριο πού διοργάνωσε τό 1923 ἀποφασίσθηκε, ἐκτός ἀπό τήν ἀποδοχή τοῦ Γρηγοριανοῦ ὡς πρός τίς ἀκίνητες ἑορτές, ἡ ἀλλαγή καί τοῦ πασχαλίου ὡς «δυνατή», πλήν ὅμως δέν πραγματοποιήθηκε λόγῳ ἀρνητικῆς στάσεως τῶν ἄλλων Τοπικῶν Ἐκκλησιῶν. Ἐπί τῶν ἡμερῶν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κυροῦ Ἀθηναγόρου τοῦ Α΄, (1949-1972), περιβόητου καί πρωτοπόρου στήν προώθηση τοῦ οἰκουμενισμοῦ, ὁ πανχριστιανικός ἑορτασμός τοῦ Πάσχα ἦταν ἕνα θέμα συνεχῶς ἐπαναλαμβανόμενο σέ ὅλα σχεδόν τά Μηνύματα, Διαγγέλματα, Διασκέψεις, Συνελεύσεις καί Συνέδρια, συνδεόμενο καί τοποθετούμενο πάντοτε στό γενικότερο πλαίσιο τῆς «ἑνώσεως τῶν Ἐκκλησιῶν», παρά τίς ὑπάρχουσες δογματικές διαφορές. Ὁ διάδοχός του Οἰκουμενικός Πατριάρχης κυρός Δημήτριος ὁ Α΄ συνέχισε τήν ἴδια οἰκουμενιστική γραμμή πού χάραξε ὁ προκάτοχός του. Ὅταν τό 1975 συνέπεσε τό Πάσχα τῶν Ὀρθοδόξων καί τῶν Λατίνων, (14 Ἀπριλίου), ἔστειλε Πασχάλιο Μήνυμα στόν Πάπα καί στούς Προτεστάντες προτείνοντας «σταθεράν Κυριακήν» κοινοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα τήν Β΄ Κυριακή τοῦ Ἀπριλίου, μάλιστα ἤδη ἀπό τό ἑπόμενο ἔτος, τό 1975!
Ὁ διάδοχός του ὁ νῦν Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος ὁ Α΄, μέ τήν εὐκαιρία τῆς συμπτώσεως τοῦ Πάσχα τῶν Ὀρθοδόξων καί τῶν Λατίνων στίς 15 Ἀπριλίου τοῦ 2001, συμφώνησαν ἀπό κοινοῦ ὁ Πάπας καί τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, ἐρήμην τῶν ἄλλων Τοπικῶν Ἐκκλησιῶν, νά ἐγκαινιάσουν μαζί, ἐπίσημα πλέον, τόν κοινό ἑορτασμό τοῦ Πάσχα ὡς διαρκή καί μόνιμο κατά τόν 21ο αἰώνα. Ἡ κοινή αὐτή προσπάθεια χαιρετίστηκε θετικά ἀπό τά ΜΜΕ. Στήν ἐφημερίδα «Ἐπενδυτής» δημοσιεύθηκε ἄρθρο, (30.3.1996), στό ὁποῖο ἐκφραζόταν ἡ ἄποψη ὅτι «τό θέμα ἔχει τεράστια σημασία καθώς ἡ ἡμερολογιακή συμπόρευση Φαναρίου –Βατικανοῦ ἀναμένεται νά συνδυαστεῖ μέ μιά ἱστορική ἐκκλησιαστική συνεργασία πού ἰσοδυναμεῖ μέ ἄρση τοῦ γνωστοῦ σχίσματος». Ἐν ὄψει τοῦ γεγονότος αὐτοῦ, ἤδη ἀπό τό 1995 τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο ἔστειλε Ἐγκύκλιο πρός τίς Ἱερές Μητροπόλεις τῆς Διασπορᾶς, γιά νά βολιδοσκοπήσει πιθανές ἀντιδράσεις τοῦ Ὀρθοδόξου Κλήρου καί τοῦ λαοῦ. Ὁ σχεδιαζόμενος κοινός ἑορτασμός προέβλεπε ἀλλαγή καί προσαρμογή τοῦ Ὀρθοδόξου Πασχαλίου πρός τό Γρηγοριανό. Εὐτυχῶς καί ἡ προσπάθεια αὐτή ἀπέτυχε, διότι ὅλες οἱ Ἱερές Μητροπόλεις τῆς Διασπορᾶς ἀπάντησαν στήν Πατριαρχική Ἐγκύκλιο ἀρνητικά.
Ἀξίζει νά σημειωθεῖ ἐδῶ, ὅτι ὅλοι οἱ παραπάνω μνημονευθέντες Πατριάρχες ἐπεδίωξαν τόν κοινό ἑορτασμό ἐπί τή βάσει τῆς προσαρμογῆς τοῦ Ὀρθοδόξου Πασχαλίου πρός τό Γρηγοριανό, παραθεωροῦντες τούς ὅρους τῆς Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ὡς γνωστόν οἱ ὅροι πού ἔθεσε ἡ ἐν λόγῳ Ἁγία Σύνοδος, προέβλεπε δύο τινά: α) Νά ἑορτάζεται τό Πάσχα τήν πρώτη Κυριακή μετά τήν πρώτη πανσέληνο τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας καί β) Οὐδέποτε νά συμπίπτει, ἤ νά προηγεῖται, τό χριστιανικό Πάσχα ἀπό τό Πάσχα τῶν Ἑβραίων. Ἀγνόησαν ἐπίσης οἱ ἐν λόγῳ Πατριάρχες δύο ἀκόμη Ἱερούς Κανόνες μέ διαχρονικό καί οἰκουμενικό κύρος: α) τόν Ζ΄ Ἀποστολικόν, πού προβλέπει «μή μετά Ἰουδαίων ἐπιτελεῖν τό Πάσχα», καί β) τήν ἐν Ἀντιοχείᾳ Τοπική Σύνοδο (341), ἡ ὁποία ὁρίζει: «Πάντας τούς τολμῶντας παραλύειν τόν ὅρον τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου, τῆς ἐν Νικαίᾳ συγκροτηθείσης,…περί τῆς Ἁγίας Ἑορτῆς τοῦ σωτηριώδους Πάσχα, ἀκοινωνήτους καί ἀποβλήτους εἶναι τῆς Ἐκκλησίας, εἰ ἐπιμένοιεν φιλονεικότερον ἐνιστάμενοι πρός τά καλῶς δεδογμένα, καί ταῦτα εἰρήσθω περί τῶν λαϊκῶν. Εἰ δέ τίς τῶν Προεστώτων τῆς Ἐκκλησίας, Ἐπίσκοπος, ἤ Πρεσβύτερος, ἤ Διάκονος, μετά τόν ὅρον τοῦτον τολμήσειεν ἐπί διαστροφῇ τῶν λαῶν καί ταραχῇ τῶν Ἐκκλησιῶν, ἰδιάζειν, καί μετά τῶν Ἰουδαίων ἐπιτελεῖν τό Πάσχα, τοῦτον ἡ ἁγία Σύνοδος ἐντεῦθεν ἤδη ἀλλότριον ἔκρινε τῆς Ἐκκλησίας, ὡς οὐ μόνον ἑαυτῷ ἁμαρτίας, ἀλλά καί πολλοῖς διαφθορᾶς καί διαστροφῆς γινόμενον αἴτιον».
Πρόσφατα, στή Συνάξη τῆς Ἱεραρχίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, (3.9.2024), ὁ Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος ἐπανέφερε τό θέμα, ἀνακοινώνοντας στήν Ἱεραρχία μεταξύ ἄλλων τά ἑξῆς: «Ἐκφράζεται ὁμοθυμαδόν ἡ εὐχή ὁ κοινός ἑορτασμός τοῦ Πάσχα κατά τό ἑπόμενον ἔτος ὑπό τῆς Ἀνατολικῆς καί Δυτικῆς Χριστιανοσύνης, νά μή ἀποτελέσῃ μίαν εὐτυχῆ ἁπλῶς σύμπτωσιν, ἀλλά τήν ἀπαρχήν τῆς καθιερώσεως κοινῆς ἡμερομηνίας διά τόν ἑορτασμόν του κατ᾽ ἔτος, συμφώνως πρός τό Πασχάλιον τῆς καθ᾽ ἡμᾶς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας». Ὡστόσο ἕνα τέτοιο ἐνδεχόμενο, (τῆς ἐπιστροφῆς δηλαδή τοῦ Βατικανοῦ στό Ὀρθόδοξο πασχάλιο), εἶναι, κατά τήν ταπεινή μας γνώμη, σχεδόν ἀδύνατο νά πραγματοποιηθεῖ. Καί τό θεωροῦμε σχεδόν ἀδύνατο, διότι θά συναντήσει τή σθεναρή ἀντίσταση συντηρητικῶν κύκλων τοῦ Βατικανοῦ καί θά προκαλέσει σχίσμα μέσα στούς κόλπους τοῦ Παπισμοῦ. Ἕνα τέτοιο ἐνδεχόμενο σίγουρα δέν πρόκειται νά τό διακινδυνεύσει ὁ πάπας Φραγκίσκος! Δέν πρέπει ἀκόμη νά ξεχνοῦμε ὅτι μιά ἐνδεχόμενη ἀλλαγή τοῦ πασχαλίου τῶν παπικῶν θέτει σέ κίνδυνο τό ἀλάθητο τῶν ἀποφάσεων τοῦ πάπα Γρηγορίου τοῦ 13ου, ὁ ὁποῖος εἰσήγαγε τό Γρηγοριανό ἡμερολόγιο. Ὡς γνωστόν τό κακόδοξο δόγμα περί τοῦ παπικοῦ ἀλαθήτου ἔχει ἀνανεωθεῖ στίς ἀποφάσεις τῆς Β΄ Βατικανῆς Συνόδου καί ἔχει ἑδραιωθεῖ γιά τά καλά στή συνείδηση «κλήρου» καί λαοῦ τῶν παπικῶν. Ἄς μήν τρέφουμε λοιπόν αὐταπάτες! Οἱ παπικοί δέν πρόκειται νά κάνουν οὔτε ἕνα χιλιοστό πίσω ἀπό τίς θέσεις τους. Πέραν αὐτῶν πολύ σημαντική θεωροῦμε τήν παρατήρηση τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους σέ σχετικό δημοσίευμα της: «Ὁ συνεορτασμός τοῦ Πάσχα ὀφείλει νά γίνη μόνον μετά ἀπό ἀπόλυτη δογματική ἑνότητα στήν βάση τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως καί ὄχι στήν βάση θεολογικῶν συμβιβασμῶν, τύπου Συμφωνίας Balamand (1993), ἐκκλησιαστικῆς ἑνώσεως δηλαδή χωρίς ταυτότητα πίστεως».
Ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Σεραφείμ, ἀναφερόμενος σέ πρόσφατο μήνυμά του στό ἐν λόγῳ θέμα παρατηρεῖ μεταξύ ἄλλων τά ἑξῆς πολύ σημαντικά: «Ἡ Ζ΄ Οἰκουμενική Σύνοδος σημειώνει εἰς τόν Ὅρον αὐτῆς: ‘Οὐδέν ἀφαιροῦμεν, οὐδέν προστίθεμεν, ἀλλά πάντα τά τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας ἀμείωτα διαφυλάττομεν’ (MANSI 13, 376C). Καί πάλιν ‘ἁπάσας τάς Ἐκκλησιαστικάς ἐγγράφως, ἤ ἀγράφως τεθεσπισμένας ἡμῖν Παραδόσεις ἀκαινοτομήτως φυλάττομεν’ (MANSI 13, 377B). Ὅταν οἱ Πατέρες τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων ἐσεβάσθησαν καί ἀπεδέχθησαν ἀναλλοιώτως ὅ,τι ἐθέσπισαν οἱ προγενέστεροι αὐτῶν, πῶς ἡμεῖς σήμερον θά καταπατήσωμεν τά παραδεδομένα; Μήπως ὑπερβήκαμεν ἐν σοφίᾳ καί χάριτι τούς θείους Πατέρας; Ἄλλωστε, οὐδέ ὀφείλομεν νά παραβλέψωμεν τό γεγονός ὅτι ἡ ἀθέτησις τῆς παραμικρᾶς παραδόσεως, εἴτε ἐγγράφου, εἴτε ἀγράφου, σκανδαλίζει πάντοτε τούς πιστούς καί βοηθεῖ τούς ἀπίστους νά ἀμφισβητήσουν τήν ἀξιοπιστίαν καί τό κῦρος τῆς Ἐκκλησίας… Ἡ Παράδοσις τῆς Ἐκκλησίας δέν εἶναι ἀνθρώπινον ἔργον, διά νά γηράσκῃ, παλαιοῦται καί ἀνανεοῦται, ἤ ἀπορρίπτεται ὅποτε θέλομεν. Ὡς ἔργον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι πάντοτε καινή, ἔχουσα δυναμικόν, ἀμετάβλητον καί ἀναλλοίωτον χαρακτῆρα….‘Τό νά ποιοῦν καινοτομίας καί μεταρρυθμίσεις εἰς τούς Ἱερούς Κανόνας καί Παραδόσεις’, τονίζει ὁ ἡγιασμένος Γέροντας τῆς Πάρου ἀείμνηστος π. Φιλόθεος Ζερβᾶκος, ‘προξενεῖ σύγχυσιν, ταραχήν, διαμάχας, φιλονικίας, ἔχθρας, μίση καί τά λοιπά εἴδη τῆς κακίας, δι᾽ ἅ ἔρχεται ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ’. ‘Ὅπου ζῆλος καί ἐριθεία, ἐκεῖ ἀκαταστασία καί πᾶν φαῦλον πρᾶγμα’, λέγει ὁ Ἀπόστολος Ἰάκωβος’».
Κλείνοντας, μέ πολλή λύπη διαπιστώνουμε ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας σύρεται δυστυχῶς καί πάλι σέ ἀνεπίτρεπτους συμβιβασμούς, προκειμένου νά προωθηθεῖ τό οἰκουμενιστικό ὅραμα τῆς παγχριστιανικῆς καί πανθρησκειακῆς ἑνότητος. Ὁδηγεῖται σέ ἕνα νέο ὀδυνηρό σχίσμα πανορθοδόξων διαστάσεων, τό ὁποῖο προστίθεται στά ἤδη ὑφιστάμενα, Οὐκρανικό καί Παλαιοημερολογιακό. Δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι καί στά δύο αὐτά σχίσματα, ἀλλά καί στό κυοφορούμενο καί προωθούμενο, πρωταγωνιστής ὑπῆρξε τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο! Ἐν ὄψει αὐτῆς τῆς ἐπερχομένης «καταιγίδος» καλοῦμε τόν Ἱερό Κλῆρο καί τόν πιστό λαό τοῦ Θεοῦ σέ περισσότερη ἐγρήγορση, προσευχή καί ἀγωνιστικότητα, ὥστε, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, νά ματαιωθοῦν τά σχέδια τῶν οἰκουμενιστῶν καί νά ἀποφευχθεῖ ἕνα νέο ὀδυνηρό σχίσμα μέ ἀπρόβλεπτες συνέπειες γιά τήν παγκόσμια ὀρθοδοξία.