Η
ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ
ΕΔΕΣΣΗΣ, ΠΕΛΛΗΣ & ΑΛΜΩΠΙΑΣ κ.ΙΩΗΛ
ΣΤΗΝ ΙΕΡΑΡΧΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
ΜΕ ΘΕΜΑ:
«ΘΕΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ
ΑΛΛΟΙΩΣΕΙΣ
ΕΙΣ
ΤΟΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΝ ΘΕΣΜΟΝ»
(15-18
Ὀκτωβρίου 2013)
Οἱ θεόπνευστοι τῆς Ἐκκλησίας Πατέρες νά τί λέγουν γιά τήν κατ᾽ οἶκον Ἐκκλησία. Ὁ Θεοδώρητος ἑρμηνεύοντας τίς ἐπιστολές τοῦ Παύλου θά πεῖ πώς γιά νά χαρακτηρισθεῖ μιά οἰκογένεια κατ᾽ οἶκον Ἐκκλησία φαίνεται πώς τά μέλη τούς εἶχαν ὅλα διδαχθεῖ τήν εὐσέβεια. Ὁ Ἀκύλας καί ἡ Πρίσκιλλα ἦσαν καλοί παιδαγωγοί. «Δηλοῖ δέ ὁ λόγος τήν τῆς εὐσεβείας ὑπερβολήν. Πάντως γάρ, ὡς εἰκός, τούς οἰκείους τήν ἄκραν ἐδίδαξαν ἀρετήν, καί τάς θείας λειτουργίας ἔνδον ἐπετέλουν προθύμως. Τούτων μέμνηται καί ὁ θεῖος Λουκᾶς, καί διδάσκει πῶς τόν Ἀπολλώ πρός τήν ἀλήθειαν ἐποδηγέτησαν»[20]. Φαίνεται πώς ἐκτός ἀπό τήν διαπαιδαγώγηση τῆς οἰκογενείας γινόντουσαν καί λατρευτικές συνάξεις στήν οἰκία του, ἀφοῦ τό πολιτικό καθεστώς ἦταν ἀντίθετο μέ τίς ἐκκλησιαστικές κοινότητες.
Ἐπίσης ὁ ἱερός Χρυσόστομος καί αὐτός στήν ἑρμηνεία τῆς πρός Ρωμαίους ἐπιστολῆς γράφει γιά τήν κατ᾽ οἶκον Ἐκκλησία. «Οὕτω γάρ ἦν εὐδόκιμος (δηλ. ὁ Ἀκύλας), ὡς καί τήν οἰκίαν ἐκκλησίαν ποιῆσαι, διά τε τούς πάντας ποιῆσαι πιστούς, καί διά τοῦ τοῖς ξένοις αὐτήν ἀνοῖξαι πᾶσιν. Οὐδέ γάρ ἁπλῶς εἴωθεν οἰκίας ἐκκλησίας καλεῖν, εἰ μή πολλή ἡ εὐλάβεια καί πολύς ὁ τοῦ Θεοῦ φόβος ἐρριζωμένος ἐν αὐτοῖς εἴη (Στό σημεῖο αὐτό ἀναφέρει τά παραδείγματα Ἀκύλα καί Πρισκίλλης καί Φιλήμονος καί Ἀπφίας καί συνεχίζει...). Ἰδού οὖν καί οὗτοι ἐν γάμῳ ἦσαν καί σφόδρα ἔλαμψαν...»[21]. Χαρακτηριστική εἶναι ἡ λεπτομέρεια πώς ἄνοιξαν τήν οἰκίαν τούς γιά νά φιλοξενηθοῦν ξένοι.
Ἐντυπωσιακή εἶναι καί ἡ ἑρμηνεία τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου γιά τήν κατ᾽ οἶκον Ἐκκλησία τοῦ Ἀκύλα καί τῆς Πρίσκιλλας «τόσον ἦταν ἐνάρετοι τό εὐλογημένον ἀνδρόγυνον τοῦτο, ἡ Πρίσκιλλα, λέγω καί ὁ Ἀκύλας, ὥστε ὁποῦ ὅλους τούς ἀνθρώπους τοῦ ὀσπητίου των, τούς ἔκαμαν Χριστιανούς ὅθεν καί Ἐκκλησία αὐτούς ὅλους ὀνομάζει ἐδῶ ὁ Παῦλος ... Ἄς ἀκούσουν οἱ ὕπανδροι ἄνδρες καί γυναῖκες, ὅτι ἐάν θέλουν, δέν ἐμποδίζονται ἀπό τόν γάμον εἰς τό νά κάμουν τήν ἀρετήν διατί καί οἱ προειρημένοι οὗτοι, ὑποκάτω εἰς γάμον εὑρισκόμενοι, καί σκηνοποιοί ὄντες, ἤτοι τεχνῖται τῶν τέντων καί τζαδιρίων, ἔλαμψαν ὑπέρ τόν ἥλιον εἰς τήν ἀρετήν»[22].Τά ἴδια λέγει καί ὁ ἅγιος Θεοφύλακτος, τήν ἑρμηνεία τοῦ ὁποίου υἱοθέτησε καί ὁ προειρημένος ἅγιος Νικόδημος «ἔνθα γάρ εὐλάβεια πολλή καί ἀρετή, Ἐκκλησία ὁ οἶκος ἐκεῖνος»[23].
Tά αὐτά πρεσβεύει καί ὁ Οἰκουμένιος «ὅτι πανοικί ἦσαν πιστοί, ὡς τόν οἶκον λοιπόν Ἐκκλησίαν εἶναι»[24].
Ἐδῶ θά θέλαμε νά ἀναφέρουμε ὡρισμένες γνῶμες τοῦ Χρυστοστόμου σχετικές μέ τήν οἰκογένεια.
«Ἐκκλησίαν ποίησόν σου τήν οἰκίαν. Καί γάρ ὑπεύθυνος εἶ καί τῆς τῶν παίδων καί τῆς τῶν οἰκετῶν σωτηρίας»[25].
«Τότε αἱ οἰκίαι Ἐκκλησία ἦσαν, νῦν δέ ἡ Ἐκκλησία οἰκία γέγονε»[26].
Ἄς ἀναφέρουμε καί ἕνα τεμάχιο ἀπό τήν ἑρμηνεία εἰς τόν Γ΄ ψαλμό τοῦ ἁγίου Χρυσοστόμου πού δείχνει καί τήν παθογένεια τῆς οἰκογενείας. «Πολλοί καί ὡς τῆς σήμερον πολέμον ἐν τοῖς οἴκοις ἔχουσι, καί ὁ μέν ὑπό γυναικός πολεμεῖται, ὁ δέ ὑπό τέκνου πολιορκεῖται, ἄλλος ὑπό ἀδελφοῦ καί ἕτερος ὑπό οἰκέτου ... καί οὐδείς ἑαυτόν λογοθετεῖ ἐννοῶν, ὅτι εἰ μή ἁμαρτίας ἔσπειρεν, οὐκ ἐν τῷ οἴκῳ αὐτοῦ ἄκανθαι καί τρίβολοι ἀνέβησαν. Ὅτι γάρ ἁμαρτιῶν εἰσι καρποί τά οἰκεῖα κακά ... μάρτυς ἡ θεία Γραφή, ἧς οὐδέν ἰσχυρότερον. Πολεμεῖ σε ἡ γυνή, εἰσελθόντι ὡς θηρίον ἀπαντᾷ, τήν γλῶσσαν ὡς μάχαιραν ἀκονᾷ; Λυπηρόν μέν τό πρᾶγμα ὅτι ἡ βοηθός ἀντίπαλος γέγονεν, ὅμως ἑαυτόν ἐρεύνησον, μήπως ἐν νεότητι εἰς γυναῖκα ἐνεωτέρισας καί τό εἰς γυναῖκα τραῦμα διά γυναικός θεραπεύεται καί τήν ἀλλοτρίαν σηπεδόνα ἡ ἰδία χειρουργεῖ. Κἄν ἀγνοεῖ ἡ τέμνουσα, ἀλλ᾽ οἶδεν ὁ ἰατρός Θεός. Αὐτός γάρ αὐτῇ κατά σοῦ ὡς σιδήρῳ ἐχρήσατο ... Ὁ Θεός ὡς ἰατρός οἶδε τό συμφέρον»[27]. Ἐδῶ βλέπουμε τήν πνευματική ἀλλοίωση τῆς Οἰκογενείας ἀπό τίς κακές συμπεριφορές τῶν μελῶν της.
Ὁ Θεοδώρητος Κύρου σχολιάζοντας τό γεγονός ὅτι ἡ οἰκία Στεφανᾶ καί Φουρτουνάτου δέχθηκαν τό βάπτισμα σχολιάζει «Δύο τέθεικεν ἐπαίνους, καί ὅτι πρῶτοι τό σωτήριον ἐδέξαντο κήρυγμα, καί ὅτι τήν οἰκίαν τοῖς ἁγίοις ἀναπετάσαντες πᾶσαν αὐτοῖς θεραπείαν προσφέρουσιν»[32]. Ἔκαναν ὅλη τήν οἰκίαν τούς χριστιανική.
Οἱ
Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας πολύ τονίζουν πώς μέσα στήν οἰκογένεια πρέπει νά
κυριαρχεῖ ὁ Θεός. Ἡ ἀγάπη τῶν συζύγων καί ἡ ἀγάπη πρός τά παιδιά ὀφείλει νά
εἶναι κατώτερες ἀπό τήν ἀγάπη πρός τό Θεό. Ἄς δοῦμε τί λέγει ὁ Ἱερός
Χρυσόστομος. «Τώρα ὅμως ἐπειδή εἴμαστε αἰσχροί καί ἔχουμε ξεπέσει πάρα πολύ,
καί οἱ ἄνδρες ἀγαπᾶμε τίς γυναῖκες περισσότερο ἀπό τόν Θεό, καί οἱ γυναῖκες
προτιμᾶμε τούς ἄνδρες πιό πολύ ἀπό τόν Θεό, ἐξ αἰτίας αὐτοῦ καί χωρίς νά θέλωμε
μᾶς τραβᾶ νά τόν ἐπιθυμήσωμεν περισσότερο. Μή ἀγαπᾶς τόν ἄνδρα σου περισσότερο ἀπό
τόν Θεό καί δέν θά αἰσθανθῆς ποτέ τή χηρεία, καλύτερα ὅμως καί ἄν συμβῆ, δέν θά
τήν ἀντιληφθῆς. Γιατί; Διότι ἔχεις προστάτη τόν ἀθάνατο πού ἀγαπᾶ πιό πολύ».
Παρακάτω μέ πολύ ἔντονο τρόπο προσπαθεῖ τά μέλη τῆς οἰκογενείας νά τά στρέψει
νά ἀγαποῦν τό Θεό[33].
Τό
θεμέλιο τῆς κοινωνικῆς ζωῆς εἶναι ἡ οἰκογένεια. «Τοῦτο πάντων ἡμῶν συγκροτεῖ
τήν ζωήν, τό ὁμονοεῖν γυναῖκα πρός ἄνδρα. Τοῦτο συνέχει τόν κόσμον ἅπαντα.
Καθάπερ γάρ τοῦ θεμελίου σαλευθέντος, πᾶσα ἡ οἰκοδομή καταφέρεται, οὕτω καί
γάμων στασιαζόντων, ἅπας ὁ βίος ἡμῶν ἀνατρέπεται. Ὅρα γάρ ὁ κόσμος ἐκ τῶν
πόλεων συνέστηκε, αἱ πόλεις ἐκ τῶν οἰκιῶν, αἱ οἰκίαι ἐξ ἀνδρῶν καί γυναικῶν. Ἄν
τοίνυν ἐπεισέλθῃ πόλεμος μεταξύ τῶν ἀνδρῶν καί τῶν γυναικῶν, εἰς τάς οἰκίας
εἰσῆλθεν ὁ πόλεμος. Τούτων δέ ταραττομένων, καί αἱ πόλεις ἀνάστατοι γίνονται.
Πόλεων δέ στασιαζουσῶν καί τήν οἰκουμένην πᾶσα ἀνάγκη ταραχῆς ἐμπεπλῆσθαι, καί
πολέμου καί μάχης»[34].
Ἄς δοῦμε καί ἄλλες ἀπόψεις καί κρίσεις γιά τό θεσμό τῆς οἰκογενείας.
Σέ κάποιο συνέδριο γιά τό ἱερό Μυστήριο τοῦ γάμου στή Δράμα ὁ τότε Ἐπίσκοπός τῆς Διονύσιος σέ μιά εἰσήγησή του γράφει «... ὁ ὅρος «κατ᾽ οἶκον ἐκκλησία» μπορεῖ νά εἶναι καί δηλωτικός τοῦ ἱεροῦ χαρακτήρα πού ἔχει ἡ οἰκογένεια, πού μπορεῖ νά ἀποβεῖ καί μικρογραφία τῆς Ἐκκλησίας, μέσα στήν ὁποία θά καταρτίζονται τά μέλη της, γιά νά ἀναδειχθοῦν ζωντανά μέλη τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας. Μέ τήν ἔννοια αὐτή καί ὁ ἱερός Χρυσόστομος ἀναφέρει πώς «ἡ οἰκία γάρ Ἐκκλησία ἐστί μικρά». Καί εἶναι «μικρά Ἐκκλησία» ἡ οἰκογένεια, ὄχι μόνον γιατί θεωρεῖται βασικός πυρήνας τῆς κοινωνίας τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά καί γιατί ἀποτελεῖ μυστηριακή «λειτουργική ἀρχή τῆς Ἐκκλησίας γιά τήν πραγμάτωση τοῦ σωτηριολογικοῦ καί ἁγιαστικοῦ τῆς ἔργου στήν ἀνθρώπινη κοινωνία».
Ὁ καθηγούμενος τῆς ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου, ὁ π. Γεώργιος γράφει πώς «μετά ἀπό συνειδητήν μετοχήν εἰς τό μυστήριον ἱδρύεται ἕν νέον «σπίτι», μιά μικρά Ἐκκλησία, ἕν μικρόν βασίλειον τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Εἶναι χαρακτηριστικόν ὅτι τό μυστήριον ἀρχίζει ὅπως τά ἄλλα μυστήρια μέ τήν εὐλογίαν τῆς Ἁγίας Τριάδος «εὐλογημένη ἡ Βασιλεία τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος...». Ὅ,τι ἑνώνει τούς συζύγους δέν εἶναι μόνο ἡ φυσική ἕλξη τῶν δύο φύλων, ἡ κοινωνική σκοπιμότης κ.λπ., ἀλλά πρώτιστα ὅλων ὁ Χριστός, διότι ἀμφότεροι θέλουν νά κάνουν τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ καί ὄχι τό ἰδικόν των θέλημα. Μέ τήν ἵδρυσιν τῆς Χριστιανικῆς οἰκογένειας ἱδρύεται ἕν μικρόν βασίλειον τοῦ Θεοῦ, καταλήγει ὁ π. Γεώργιος»[38].
Ἐνδιαφέρουσες εἶναι οἱ ἀπόψεις τοῦ Γεωργίου Μαντζαρίδου γιά τήν οἰκογένεια. «Ἡ οἰκογένεια ἀποτελεῖ τή βασικώτερη κοινωνική ὁμάδα. Ὅπως κάθε κοινωνική ὁμάδα, ἔτσι καί αὐτή δέν εἶναι ἕνα ἁπλό ἄθροισμα ἀτόμων, ἀλλά ἑνότητα καί ὑπερβαίνει τά ἐπί μέρους ἄτομά της. Ἡ ἄποψη ὅμως ὅτι ἡ διατήρηση τῆς οἰκογενείας ὀφείλεται στή λειτουργικότητά τῆς ὡς οἰκονομικῆς μονάδας ἀποδείχθηκε ἀπό τά πράγματα λαθεμένη, γιατί δέν ἔπαυσε νά διατηρεῖται καί χωρίς τήν ἰδιότητα αὐτή. Οἱ κοινωνικές μεταβολές ἔχουν ἐπιπτώσεις στή μορφή τῆς οἰκογενείας, ὅπως ἄλλωστε καί στή μορφή τοῦ γάμου. Οἱ ἐπιπτώσεις μάλιστα αὐτές εἶναι ἀσθενέστερες στήν οἰκογένεια καί ἐντονότερες στό γάμο. Ἡ οἰκογένεια, δηλαδή, παρά τή σοβαρή κρίση πού διέρχεται στήν ἐποχή μας, παρουσιάζεται σταθερότερη καί διαχρονικά ἀνθεκτικώτερη ἀπό τό γάμο ἀπέναντι στίς κοινωνικές ἀλλαγές»[39].
ΟΙ ΘΕΟΛΟΓΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΕΣ ΑΛΛΟΙΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΘΕΣΜΟΥ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ
Ἄς ἔλθουμε τώρα νά δοῦμε, ἐάν στόν καιρό μας ἔχει ἀλλοιωθεῖ ὁ θεσμός τῆς οἰκογενείας. Θεμέλιο τῆς οἰκογενείας εἶναι ὁ ἐκκλησιαστικός γάμος, πού εἶναι μυστήριο, γιατί οἱ σύζυγοι μπαίνουν μέσα στήν κοινότητα τῆς Ἐκκλησίας. Τά μυστήρια ἐξυψώνουν τόν ἄνθρωπο καί τόν μεταβάλλουν καί τόν ἀλλοιώνουν πνευματικά. Τόν ἐξυψώνουν ἀπό τό γεῶδες στόν οὐρανό. Ἡ ἔννομος συζυγία ἔχει τήν ἀναφορά τῆς στίς σχέσεις Χριστοῦ καί Ἐκκλησίας. «Τό μυστήριον τοῦτο μέγα ἐστίν, ἐγώ δέ λέγω εἰς Χριστόν καί εἰς τήν Ἐκκλησίαν»[43], ἐπιβεβαιώνει ὁ ἀπ. Παῦλος. Στό γάμο τό κέντρο τῶν παρευρισκομένων εἶναι τά πρόσωπα πού νυμφεύονται. Ὁ Χριστός ὅμως μέ τήν παρουσία του στό Γάμο τῆς Κανᾶ, μετέθεσε τό κέντρο στό πρόσωπό του. Ἐάν αὐτό τό ἐπεκτείνουμε λίγο ἀναγωγικά, θά λέγαμε πώς στό γάμο νυμφεύονται μέν ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναῖκα, ἀλλά ἐκεῖνος πού παρίσταται ἀόρατα καί δίνει τήν εὐλογία του καί πραγματοποιεῖ τό μυστήριο εἶναι ὁ Κύριος· ἑνώνονται στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Πολύ χαρακτηριστικά τό τονίζει ἡ πρώτη εὐχή τοῦ γάμου, στήν ὁποία παρακαλοῦμε, ὅπως πῆγε στήν Κανᾶ, νά ἔλθει καί τήν ὥρα αὐτή, «τῇ ἀοράτῳ αὐτοῦ ἐπιστασίᾳ» καί νά παράσχει στούς νεόνυμφους ζωή εἰρηνική, μακροημέρευση, τήν μεταξύ τούς ἀγάπη κ.λπ. Ὁ Εὐθύμιος Ζιγαβηνός θά παρατηρήσει πώς ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ στό γάμο σκοπό εἶχε νά ἀνασκευάσει τήν κατάρα τῆς Εὔας, πού ἦταν καταδικασμένη νά κυοφορεῖ καί νά γεννᾶ τά παιδιά τῆς μέσα στή λύπη. «Τετίμηκε τῇ παρουσίᾳ τόν γάμον, ἡ πάντων εὐθυμία καί χαρά, ἵνα τῆς τεκνογονίας τήν ἀρχαίαν ἐξελάσῃ κατήφειαν»[44].
Οἱ σκοποί τοῦ γάμου εἶναι ἡ τελείωση τῶν συζύγων, ἡ ἀπόκτηση τέκνων, ἡ κοινή διαχείριση τῶν ἀγαθῶν, ἡ διαιώνιση τοῦ ἀνθρωπίνου εἴδους, ἡ ἀντιμετώπιση τῶν σαρκικῶν παθῶν, κ.ἄ. Ἡ γυναῖκα δέν εἶναι μόνον «ἐπ' ἀρότρῳ παίδων»[45], ἀλλά νά εἶναι βοηθός καί σύντροφος τοῦ ἀνδρός. Ἡ συμβίωση τοῦ ἀνδρός καί τῆς γυνακός μέσα στό μυστήριο τοῦ γάμου θεωρεῖται ἀπό τούς Πατέρες νόμιμη μίξη, ἐνῶ ἡ ἐλεύθερη συμβίωση λαθραία καί μοιχική. Ὅταν πέσαμε στήν ἁμαρτία, ἡ προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου νά φθάσει στή θέωση διακόπηκε ἐξ αἰτίας τῆς πτώσεώς του. Ἄρχισε νά κάνει κατάχρηση τῶν φυσικῶν του δυνάμεων, ὑπηρέτησε τίς ἄλογες κινήσεις πού τόν ἔσπρωχναν στίς ἡδονές, προκειμένου νά ἀποφεύγει τίς ὀδύνες. Ἡ πρoσπάθειά του ἦταν ἡ ἡδονή καί ἡ ἀποστροφή του ἡ ὀδύνη. Μέ τόν τρόπο αὐτό μπῆκε στή φύση τοῦ ἀνθρώπου ἡ ἁμαρτία, ἡ φθορά καί ὁ θάνατος. Ὁ γάμος εἶναι θεραπεία γιά τήν ἀσθένεια τῆς φύσεως.
Ἀπ᾽ ὅλα αὐτά καταλαβαίνουμε πώς ὁ γάμος δέν ἔχει σκοπό τήν ἐξυπηρέτηση τῶν ἐνστίκτων, οὔτε εἶναι ἐμπορική συναλλαγή, οὔτε κοινωνική προβολή, οὔτε καταδούλωση τοῦ ἑνός ἐκ τῶν δύο συζύγων, ἀλλά σταθερό ὑπόβαθρο τῆς οἰκογενείας, μυστήριο βασικώτατο τῆς πίστεώς μας, ἐχέγγυο μιᾶς εἰρηνικῆς συμβιώσεως, κοινωνία προσώπων, δρόμος ἀσφαλής γιά τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὁδός πρός ἀποφυγήν τῆς πορνείας, σωφροσύνης ὑπόθεση, φυτώριο καλῶν τέκνων, μικρή Ἐκκλησία.
2. Ἕνα δεύτερο σημεῖο κριτικῆς τῆς ἀποφυγῆς τῆς συστάσεως χριστιανικῆς οἰκογενείας εἶναι ἡ σύναψη πολιτικοῦ γάμου. Παλαιότερα, ὅταν θεσπίσθηκε ὁ πολιτικός γάμος, πολλοί ἔλεγαν πώς τό ποσοστό του θά παρέμενε ἐλάχιστο· τό ἀντίθετο συνέβη. Στά τελευταῖα χρόνια λόγῳ διαφόρων παραγόντων, πού θά ἀναφέρουμε πιό κάτω, ἀνέβηκε πολύ. Συναγωνίζεται τό θρησκευτικό γάμο καί σέ μερικές περιπτώσεις τόν ξεπέρασε. Γιατί κάνουν πολιτικό γάμο καί συνιστοῦν οἰκογένεια ἐκτός τῆς εὐλογίας τῆς Ἐκκλησίας; Πολλοί δέν πιστεύουν στό Θεό καί θεωροῦν συνεπέστερο ἕνα πολιτικό γάμο παρά νά πᾶνε στήν Ἐκκλησία. Ἰδεολογικές, κοινωνικές, προσωπικές καί πολιτικές ἀντιλήψεις κρατοῦν πολλούς μακράν τοῦ χριστιανικοῦ γάμου καί τῆς παραδοσιακῆς οἰκογενείας. Ἕνας ἰδεολόγος ἄθεος, ἕνας ἀλλόθρησκος, ἕνας διαφορετκοῦ θρησκεύματος μετανάστης θά καταφύγει στόν πολιτικό γάμο. Ἐπίσης, οἰκογένεια μέ πολιτικό γάμο ἔχουμε, ὅταν ἕχουμε ἕναν ἐκ τῶν δύο συζύγων ἀλλόθρηκο, δηλ. μουσουλμάνο ἤ τῶν ἀνατολικῶν θρησκειῶν.
Στό σημεῖο αὐτό νά ἀναφέρουμε πώς συγκρότηση οἰκογενείας μέ πολιτικό γάμο γίνεται, γιατί συντελοῦν κι ἄλλοι παράγοντες. Προκειμένου νά ἐπιτύχουν κάποια μετάθεση, συνάπτουν πολιτικό γάμο. Ἡ σύναψη οἰκογενείας ἔχει περισσότερα μόρια γιά μιά μετακίνηση σέ στρατιωτικούς, ἐκπαιδευτικούς καί δημοσίους ὑπαλλήλους. Ἀκόμη καί ἡ λήψη διαφόρων δανείων γίνεται πιό εὔκολα σέ νυμφευμένους παρά σέ ἄγαμους. Παίρνουν δάνεια γιά διάφορες ἐργασίες πού κάνουν ἤ γιά νά ἀγοράσουν σπίτι ἤ γιά εἰδικούς λόγους πιό ἄνετα μέ τήν τέλεση πολιτικοῦ γάμου καί συγκρότηση οἰκογενείας πού ἔχει νομική ὑπόσταση. Συνάπτουν οἰκογένεια ἐκτός τῆς εὐλογίας τῆς Ἐκκλησίας, γιά νά πάρουν ἄδεια παραμονῆς σέ διάφορα κράτη τοῦ κόσμου, ὅπως τῆς Ἀμερικῆς, ἐπειδή οἱ νόμοι τῆς ἐκεῖ χώρας ἀπαιτοῦν εἰδικά προσόντα. Εἰδικά στό ἐξωτερικό, ὅταν κάνουν μεταπτυχιακές σπουδές, κάνουν οἰκογένεια μέ πολιτικό γάμο, γιά νά εἶναι μαζί. Ἡ ἐλεύθερη συμβίωση συνεχίζεται μέ αὐτό τόν τρόπο. Στήν Γερμανία μοῦ ἔλεγε ἐπιφανής ῞Ελληνας κληρικός πώς πολλοί ὁμογενεῖς μας συνάπτουν πολιτικό γάμο, γιά νά ἀποφύγουν τίς πολλές κρατήσεις πού ἔχει ἕνας ἄγαμος.
Κατά τή διάρκεια τῆς συζυγίας τούς μέ πολιτικό γάμο ὑπάρχει δυσκολία νά συμμετέχουν στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Δέν μποροῦν νά κοινωνήσουν, δέν μποροῦν νά γίνουν ἀνάδοχοι σέ βάπτισμα, εἶναι σέ ἐκκρεμότητα. Βεβαίως ὑπάρχουν κληρικοί ὅλων τῶν βαθμῶν, πού εἶναι συγκαταβατικοί καί ἐπιστρατεύουν καί ἐπιχειρήματα τοῦ τύπου, «ἀφοῦ ἀργότερα θά πᾶνε καί στήν Ἐκκλησία, ἄς κάνουμε κάποια οἰκονομία». Ἔτσι ἔχουμε τό φαινόμενο σέ ἄλλες Μητροπόλεις νά ἐπιτρέπεται νά γίνεται ἀνάδοχος κάποιος πού ἔκανε πολιτικό γάμο καί σέ ἄλλες νά ἀπαγορεύεται· ἀκόμη νά μήν θεωρεῖται κώλυμα γιά τή θεία Κοινωνία ἡ συζυγία μέ πολιτικό γάμο. Γνωρίζω πνευματικούς πού βάζουν τούς συζύγους αὐτοῦ τοῦ τύπου νά νηστεύσουν ἕνα ἀριθμό ἡμερῶν καί μετά τούς κοινωνοῦν. Ὀφείλω νά ὁμολογήσω πώς αὐτή ἡ συζυγία κρατάει μερικές φορές χρόνια καί ἀποκτοῦν καί παιδιά καί σκληρύνεται ἡ θέλησή τούς γιά τέλεση θρησκευτικοῦ γάμου. Ἔτσι παρατηρεῖται τό φαινόμενο ἡ γυναῖκα νά θέλει νά νυμφευθεῖ ἐκκλησιαστικά καί ὁ ἄνδρας νά μή θέλει. Ἐδῶ ἀναφύεται καί τό πρόβλημα, τό πῶς δηλ. ἀντιμετωπίζεται πνευματικά τό μέλος πού θέλει θρησκευτικό γάμο. Ἄς ὑποθέσουμε πώς ποτέ δέν θά γίνει ἱερολογία τοῦ μυστηρίου, τό μετανοῆσαν μέλος θά εἶναι ἐκτός τῆς χάριτος τῶν μυστηρίων; Ἕνα ἐρώτημα πού θέλει ἀπάντηση.
Στά παραπάνω μποροῦμε νά κάνουμε καί τίς παρακάτω παρατηρήσεις. Πολλοί δέν ἔχουν σαφῆ ἀντίληψη τῆς χριστιανικῆς οἰκογενείας μέ τήν ἱερολογία τοῦ γάμου. Θεωροῦν τόν πολιτικό γάμο ἰσότιμο μέ τόν ἐκκλησιαστικό. Ὑπάρχουν περιπτώσεις πού ὅταν τούς ἐξηγήσουμε τή σημασία τοῦ γάμου καί τῆς συζυγίας, ἀλλάζουν γνώμη καί καταλαβαίνουν τό σφάλμα τούς καί τό ἐπανορθώνουν. Ὑπάρχουν καί ἄλλοι ἀμετακίνητοι. Οὔτε ἔρχονται στήν Ἐκκλησία, οὔτε καί τά παιδιά τούς βαπτίζουν. Ἄλλοι βαπτίζουν τά παιδιά τούς γιά νά μή νοιώθουν μειονεκτικά ἔναντι τῶν ἄλλων. Ἔχω ὑπόψη μου περιπτώσεις παιδιῶν πού ἔχουν γονεῖς μέ πολιτικό γάμο, πού ἔχουν προχωρήσει στήν ἡλικία καί εἶναι ἀβάπτιστα. Ἁπλῶς δηλώνουν τό ὄνομά τούς στό ληξιαρχεῖο. Ἐπίσης τά τελευταῖα χρόνια κάνουμε γάμους καί βαπτίσια τήν ἴδια μέρα.
Στό ἐξωτερικό ἔχουμε περιπτώσεις Ἑλληνίδων πού συνάπτουν πολιτικό γάμο μέ μουσουλμάνους. Ἔχουμε καί περιπτώσεις πού βαπτίζονται οἱ μουσουλμάνοι καί μετά νυμφεύονται στήν Ἐκκλησία. Στίς περισσότερες περιπτώσεις ὅταν διαλυθεῖ ὁ γάμος, οἱ μουσουλμάνοι ξαναγυρίζουν στήν πατρώα τούς πίστη, δηλ. στό μουσουλμανικό τρόπο ζωῆς. Δέν ἔγιναν ποτέ πραγματικοί χριστιανοί. Μάλιστα ἕνας ὀρθόδοξος Ἱερέας γιά νά δοκιμάσει, ἐάν πράγματι θέλουν νά γίνουν χριστιανοί, τούς προέτρεπε νά φοροῦν σταυρό φανερά ἐνώπιον τῶν συμπατριωτῶν τους. Πρᾶγμα τό ὁποῖο δέν ἔκαναν.
Ἐπίσης στό ἐξωτερικό μεγάλο πρόβλημα γιά τούς Ὀρθοδόξους εἶναι οἱ μεικτοί γάμοι. Πάντοτε καταλήγουν στό Δημαρχεῖο καί ποτέ σχεδόν στήν Ἐκκλησία, ἐκτός ἐάν ὁ ἀλλοδαπός καί ἀλλόθρησκος γίνει συνειδητά χριστιανός. Στή Γερμανία οἱ μεικτοί γάμοι φθάνουν σέ πολύ ὑψηλό ποσοστό.
Ἀπαράδεκτο φαινόμενο εἶναι τό σύμφωνο ἐλεύθερης συμβίωσης. Ἐδῶ δέν ἔχουμε καμμιά δέσμευση, οὔτε κρατική, οὔτε θρησκευτική. Εἶναι ἡ πιό μοντέρνα μορφή περιφρονήσεως τῆς χριστιανικῆς οἰκογένειας, τήν ὁποία ἄρχισαν στά τελευταῖα χρόνια νά τήν υἱοθετοῦν. Ἀπό πλευρᾶς ἐκκλησιαστικῆς ἡ συμβίωση αὐτή εἶναι παντελῶς ἀπαράδεκτη.
Βλέπουμε τή βαθιά θεολογική καί κοινωνική ἀλλοίωση τοῦ θεσμοῦ τῆς οἰκογενείας ἀπό πολλούς ἀνθρώπους. Δέ θεωροῦν τήν οἰκογένεια ὡς μικρή Ἐκκλησία, ἀλλά σάν ἁπλῆ συμβίωση τοῦ ἑνός μέ τόν ἄλλο. Θεωροῦν τήν ἱερολογία βαρυτάτη δέσμευση, ἀναχρονιστικό γεγονός, πράξη πού δέν ἔχει νόημα, φολκλορική τελετή. Δέν ἐκφράζει γι᾽ αὐτούς τίποτε τό μεταφυσικό, οὔτε ἔχει ἐσχατολογικές προσδοκίες. Ὡς ἐκ τούτου εὔκολα διαλύονται αὐτές οἱ οἰκογένειες καί ἀφήνουν πίσω τούς πολλά συντρίμια. Πάρα πολλά προβληματικά παιδιά ἔχουν προέλθει ἀπό τέτοιες οἰκογένειες. Ἡ ἔλλειψη πνευματικῆς ἀγωγῆς, ἡ μακράν τῶν ἁγιαστικῶν μυστηρίων συμβίωση, ἡ ἀπουσία τῆς πίστεως καί τῆς ἐλπίδος στό Θεό κάνουν νά διαλύονται τέτοιες οἰκογένειες καί νά δημιουργοῦνται δράματα καί ἀπογοητεύσεις καί δυσκολίες κοινωνικές καί πολλά ἄλλα κακά.
Ἀντίθετα τή μίξη δύο ἀνδρῶν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τήν κατακρίνει καί θεωρεῖ τούς πρωταγωνιστές αὐτῆς ὡς ἀνθρώπους μέ ἀδόκιμο νοῦν πού διαπράττουν τά μή καθήκοντα. Τήν κατάσταση αὐτή τήν χαρακτηρίζει «πάθη τῆς ἀτιμίας»[49]. Μάλιστα κατονομάζει τή σχέση αὐτή μέ αὐστηρά λόγια «αἵ τε γάρ θήλειαι αὐτῶν μετήλλαξαν τήν φυσικήν χρῆσιν εἰς τήν παρά φύσιν, ὁμοίως τε καί οἱ ἄρσενες ἀφέντες τήν φυσικήν χρῆσιν τῆς θηλείας ἐξεκαύθησαν ἐν τῇ ὀρέξει αὐτῶν εἰς ἀλλήλους, ἄρσενες ἐν ἄρσεσιν τήν ἀσχημοσύνην κατεργαζόμενοι»[50]. Στήν Παλαιά Διαθήκη ἡ ἀρσενοκοιτία χαρακτηρίζεται βδέλυγμα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ «καί μετά ἄρσενος οὐ κοιμηθήσῃ κοίτην γυναικός βδέλυγμα γάρ ἐστιν»[51]. Σαφέστατος εἶναι ὁ Παῦλος στήν Α΄ πρός Κορινθίους ἐπιστολή «ἤ οὐκ οἴδατε ὅτι ἄδικοι Θεοῦ βασιλείαν οὐ κληρονομήσουσι; μή πλανᾶσθε οὔτε πόρνοι, οὔτε εἰδωλολάτραι, οὔτε μοιχοί, οὔτε μαλακοί, οὔτε ἀρσενοκοῖται, οὔτε κλέπται, οὔτε πλεονέκται, οὐ μέθυσοι, οὐ λοίδοροι, οὐχ ἅρπαγες, βασιλείαν Θεοῦ κληρονομήσουσιν»[52].
Ὁ ἱερός Χρυσόστομος πάνω στά χωρία αὐτά κάνει σημαντικά σχόλια «Πάντα μέν οὖν ἄτιμα τά πάθη, μάλιστα δέ ἡ κατά τῶν ἀρρένων μανία ὅτι τήν κατά φύσιν ἀτιμάσαντες, ἐπί τήν παρά φύσιν ἔδραμον. Δυσκολώτερα δέ τά παρά φύσιν καί ἀηδέστερα. Ἐσχάτης ἐστίν ἀπωλείας δεῖγμα»[53]. Ὅσοι πέφτουν στήν κατάσταση αὐτή, λέγει ὁ ἅγιος, τούς ἐγκατέλειψε ὁ Θεός[54]. Τά ἁμαρτήματα αὐτά, γράφει ὁ π. Ἰωήλ Γιαννακόπουλος ἑρμηνεύοντας τά προειρημένα χωρία τῆς Π.Δ. καταντροπιάζουν τήν ἀνθρώπινη φύση[55]. Ὁ μέγας Βασίλειος τούς ἀρρενοφθόρους κανονίζει αὐστηρότατα μέ πολυετῆ ἀποχή ἀπό τή θεία κοινωνία[56].
Ἀπ᾽ ὅλα αὐτά καταλαβαίνουμε πώς εἶναι μεγάλη ἐκτροπή τοῦ συνήθους χριστιανικοῦ θεσμοῦ τῆς οἰκογενείας ἡ σύσταση συζυγίας ὁμοφυλοφιλικοῦ τύπου. Δυστυχῶς ἡ ἐπικράτηση σέ διάφορες χῶρες τοῦ κόσμου τῆς κατά κόσμο νομιμότητος τοῦ γάμου τῶν ὁμοφυλοφίλων καί ἡ ἀπό κοινοῦ συνοίκηση ἐπιφέρουν μεγάλη καταστρατήγηση τοῦ σχήματος τῆς οἰκογενείας καί τώρα τελευταῖα ἀκούγονται καί φωνές καί στή δική μας πατρίδα νά ἰσχύσει ὁ γάμος καί ἡ οἰκογένεια τῶν ὁμοφυλοφίλων.
Οἱ παρά πᾶσαν ἔννοιαν Χριστιανική ἀπαράδεκτοι ὁμοφυλόφιλοι σύζυγοι, προκειμένου νά ἀντιγράψουν τήν κανονική οἰκογένεια, γίνονται κακέκτυποι μιμηταί καί χρησιμοποιοῦν καί παρένθετη μητέρα προκειμένου νά ἀποκτήσουν παιδί ἤ υἱοθετοῦν κάποιο ξένο. Παρένθετη μητέρα εἶναι αὐτή πού φιλοξενεῖ καί κυοφορεῖ ξένο σπέρμα καί ὠάριο. Ὅλες αὐτές οἱ καταστάσεις εἶναι ἐκτροπές θεολογικές καί κοινωνικές τοῦ σωστοῦ οἰκογενειακοῦ θεσμοῦ.
4. Ἄλλη ἐκτροπή τοῦ οἰκογενειακοῦ θεσμοῦ εἶναι ἡ μή σωστή ἀξιολόγηση τῆς βαρύτητος τῆς κατά Θεόν συζυγίας. Πολλοί, ἄν καί χριστιανικά νυμφευμένοι, θεωροῦν τό γάμο ξεπερασμένο θεσμό. Μερικοί τολμηροί λέγουν πώς ἡ διάρκεια ἑνός γάμου εἶναι τό πολύ πέντε χρόνια. Ἔτσι στίς ἡμέρες μας παρατηροῦνται πάμπολλα διαζύγια, τά περισσότερα συναινετικά, καί διαλύσεις γάμων. Ἐνῶ τό διαζύγιο εἶναι μόνο γιά λόγους πορνείας, σήμερα ἔχουμε πάνω ἀπό δέκα λόγους διαλύσεως τῆς οἰκογενείας. Τά πλεῖστα ὅμως εἶναι συναινετικοῦ χαρακτῆρος. Ἡ οἰκογένεια γίνεται συντρίμια καί χάνει τήν ἱερότητά της. Ἐνῶ ἡ συζυγία εἶναι διά βίου, στίς ἡμέρες μας γίνεται θεσμός ἀνυπόληπτος. Τά αἴτια εἶναι πολλά. Ἡ οἰκονομική ἀνεξαρτησία τῶν συζύγων, ἡ ἔλλειψη πίστεως, ἡ μή σταθερή πεποίθηση στό γάμο καί στήν οἰκογένεια, ἡ ἄκρατη σαρκολατρεία τοῦ καιροῦ μας, ἡ φιλαυτία τῶν συζύγων, ἡ ἄκριτη παρέμβαση τῶν συγγενῶν στήν οἰκογένεια, οἱ μοιχεῖες τῶν συζύγων, ἡ ἀπουσία τῆς ὑπομονῆς τῶν μελῶν τῆς οἰκογενείας, ἡ βιαιοπραγία καί ἡ σκληρότητα πού παρουσιάζεται μέσα στήν οἰκογένεια καί ἄλλα αἴτια πού συνιστοῦν ἀπόκλιση θεολογική καί κοινωνική στήν οἰκογένεια, συντελοῦν στή διάλυσή της.
Ἐπίσης ὑπάρχουν πάρα πολλές συμβατικές οἰκογένειες. Μποροῦν νά ζοῦν μέσα στό σπίτι μαζί οἱ σύζυγοι, ἀλλά ὁ καθένας νά ἔχει τόν τρόπο ζωῆς του. Πιθανῶς νά ἔχουν συνάψει καί κάποια συμφωνία. Π.χ. ἡ ὕπαρξη τῶν παιδιῶν νά μήν τούς ἀφήνει νά διαλύσουν τήν οἰκογένεια ἤ ἡ ὕπαρξη διαφόρων ἰδιοτελῶν καταστάσεων ἤ οἰκονομικῶν συμφερόντων κ.ἄ. νά τούς ἐμποδίζουν νά λύσουν τή συζυγία. Μάλιστα συνάπτουν καί παράλληλες ἐρωτικές σχέσεις, χωρίς νά ἐνοχλεῖται κανείς ἐκ τῶν δύο. Ἐδῶ ἔχουμε μιά τραγελαφική κατάσταση. Κάποιος μοῦ ἔλεγε πώς θέλει νά ἔχει μιά νόμιμη σύζυγο γιά τό κοινωνικό σύνολο καί μιά ἄλλη γυναῖκα γιά τά σαρκικά του πάθη. Ἐπίσης μπορεῖ νά ὑπάρξουν καί οἰκογένειες συμβατικές χωρίς ἐρωτικά παρατράγουδα καί πιθανῶς νά ἔχουν οἱ σύζυγοι κάποια κοινωνική θέση, νά πιστεύουν ἴσως καί στό Θεό, ἐνῶ μέσα στό σπίτι νά ζοῦν σάν ξένοι καί στίς εὐρύτερες σχέσεις τούς νά διαπληκτίζονται, νά γκρινιάζουν, νά κατηγοροῦν ὁ ἕνας τόν ἄλλο.
Σ᾽ αὐτές τίς οἰκογένειες ἔχει χαθεῖ τό θεολογικό καί κοινωνικό αἰσθητήριο πώς ὁ γάμος εἶναι εἰς Χριστόν καί εἰς τήν Ἐκκλησία. Εἶναι μιά ἁπλῆ συμβίωση τήν ὁποία θά λύσει στό τέλος ὁ θάνατος.
Ἐντύπωση προκαλεῖ ἡ μή παραδοχή τῆς ἁμαρτίας. Δέ θεωροῦν ἁμαρτία ἤ ἔστω παράπτωμα νά καταφύγουν σέ ἄλλη γυναῖκα ἤ σέ ἄλλο ἄνδρα, ἐνῶ ζοῦν κάτω ἀπό τήν ἴδια στέγη. Βρίσκουν μάλιστα καί πλῆθος δικαιολογιῶν γιά νά διαπράξουν τά ἀπεχθῆ αὐτά ἁμαρτήματα. Ἐδῶ βαρύτατη εὐθύνη ἔχει ἡ τηλοψία. Διαρκῶς στά προγράμματά της προβάλλει αὐτόν τόν τύπο τῆς οἰκογενείας. Μοιχεῖες, ἀκαταστασίες, ἔριδες, συμφέροντα καί πολλά ἄλλα εἶναι αὐτά πού καθημερινά προβάλλει. Εἶναι κάκιστος διδάσκαλος τῶν νεοελλήνων.
Μιά ἄλλη μορφή συμβατικῆς οἰκογένειας εἶναι ἡ σύναψη ἡλικιωμένων (ἀνδρῶν κυρίως) μέ νεαρές γυναῖκες. Μπορεῖ νά εἶναι ὁ ἄνδρας 75 ἤ καί πιό κάτω ἤ πιό πάνω καί νά συνάπτουν γάμο κατά κανόνα μέ ἀλλοδαπές ἀλλά καί μέ Ἑλλληνίδες πολύ νεώτερες αὐτῶν. Πιθανῶς ὁ γάμος νά συντείνει στή μόνιμη παραμονή τῶν ἀλλοδαπῶν στήν Ἑλλάδα, ἤ νά εἶναι γάμος μέ οἰκονομικά ὠφέλη γιά τή γυναῖκα ἤ ἄλλου εἴδους συμφέροντα. Μιά τέτοια οἰκογένεια δέν πληροῖ τίς προΰποθέσεις μιᾶς κανονικῆς Ὀρθόδοξης οἰκογένειας. Στήν Κύπρο δέν ἐκδίδουν ἄδεια γάμου, ἐάν οἱ ὑποψήφιοι σύζυγοι ἔχουν κάποια ἡλικία.
5. Μιά ἄλλη πτυχή τῆς χριστιανικῆς οἰκογένειας εἶναι ἡ διάλυση μιᾶς ἱερατικῆς συζυγίας. Στήν Ἑλλάδα καί περισσότερο στό ἐξωτερικό ἔχουμε πολλά ἱερατικά διαζύγια. Μάλιστα λένε πώς στήν Ἀμερική εἶναι ἐπιδημική ἱερατική νόσος. Νεαρές πρεσβυτέρες ἤ διακόνισσες ἐγκαταλείπουν τόν ἱερέα σύζυγο καί ἔτσι δημιουργοῦνται οἰκογενειακά δράματα. Ἀποτέλεσμα τῆς καταστάσεως αὐτῆς εἶναι τό σύνηθες φαινόμενο τά σαρκικά παραπτώματα τοῦ διαζευγμένου ἱερέως συζύγου μέ ἄλλες γυναῖκες. Βέβαια ἕνας ἀγωνιστής Ἱερέας θά σηκώσει μέ αὐταπάρνηση τό σταυρό του. Ὅλοι ὅμως δέν ἔχουν τήν ἴδια ἀντοχή.
6. Ὑπάρχουν οἰκογένειες πού ὀνομάζονται μονογονεϊκές οἰκογένειες. Μιά γυναῖκα ἄγαμη υἱοθετεῖ ἕνα παιδί, ἤ συλλαμβάνει μέ κάποιον ἄνδρα καί κυοφορεῖ ἕνα παιδί, τό ὁποῖο γεννᾶ καί μέ αὐτό ζεῖ καί κατά κάποιον τρόπο ἔχει οἰκογένεια. Γίνεται σύσταση ἰδιοτύπου οἰκογενείας. Ἐπίσης, δίνει τό ὠάριό της νά κυοφορηθεῖ μέσα σέ ἄλλη γυναῖκα καί μετά νά τό ὑιοθετήσει. Τέτοια σχήματα οἰκογενειακά ὑπάρχουν πολλά.
7. Ὑπάρχουν ἐπίσης τά εἰκονικά διαζύγια. Προκειμένου νά μήν πληρώσουν φόρο, διαλύουν τίς οἰκογένειές τους τυπικά. Διαλύουν τυπικά τόν γάμο, ἀλλά ἐξακολουθοῦν νά ζοῦν ὑπό τήν ἴδια στέγη. Δέν ἔρχονται νά λύσουν πνευματικά τόν γάμο. Λύθηκε ὁ γάμος στό πρωτοδικεῖο, παραμένει πνευματικά ἄλυτος στήν Μητρόπολη. Ὄχι σύνηθες φαινόμενο νά ἔχουν κάποια σύνταξη ὁ ἄνδρας καί ἡ γυναῖκα, νά συζοῦν ὑπό τήν στέγην, νά μήν καταφεύγουν στήν Ἐκκλησία καί νά μεταβαίνουν στό ἐξωτερικό καί νά νυμφεύονται ἐκκλησιαστικά χωρίς νά τό γνωρίζει κανείς, οὔτε καί δηλώνεται ἐδῶ ὁ γάμος.
Τελειώνοντας θά θέλαμε νά τονίσουμε πώς ἄλλαξαν οἱ νοοτροπίες τῶν ἀνθρώπων καί ὅτι πράγματα πού ἐθεωροῦντο παλαιότερα ἁμαρτίες, τώρα θεωροῦνται ἀσήμαντα καί μηδαμινά. Ὁ μεγάλος κίνδυνος πού λέγεται ἀδιαφορία, καλοπέραση, ἔκλυτος τρόπος ζωῆς, ἔλλειψη πίστεως, ἔχει ἐν πολλοῖς μειώσει τό θεσμό τῆς χριστιανικῆς οἰκογενείας. Ἡ Ἐκκλησία ὀφείλει νά ἐνημερώνει καί νά κατηχεῖ τούς πιστούς γιά τήν σωστή χριστιανική οἰκογένεια, πού ὅλα τά μέλη θά ἔχουν τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ.
Εἶναι
ἐπίσης ἀνάγκη ἡ Ἐκκλησία νά φέρει τούς πιστούς στήν συναίσθηση τοῦ τί σημαίνει
νά εἶναι κάποιος χριστιανός˙ τί σημαίνει νά πιστεύεις στόν Χριστό καί νά ἐμπιστεύεσαι
τήν ζωή σου στίς ἐντολές Του, γιατί ὅλες οἱ προαναφερθεῖσες ἀποκλίσεις προῆλθαν
ἀπό τήν ὁλοένα αὐξανόμενη ἀπό τούς ἀνθρώπους ἀπώλεια τῆς χριστιανικῆς
συνειδήσεως σχετικά μέ τόν ἑαυτό τους καί τίς διαπροσωπικές σχέσεις τους. Στήν
ἀποκατάσταση τῆς ἐπιγνώσεως τῆς χριστιανικῆς μας συνειδήσεως βρίσκεται ἡ λύση,
ὥστε νά πραγματοποιεῖται στίς σύγχρονες χριστιανικές οἰκογένειες τό ἀποστολικό,
«τίμιος ὁ γάμος ἐν πᾶσι καί ἡ κοίτη
ἀμίαντος»[57]
καί οἱ γονεῖς νά ἀξιώνονται νά ἀνατρέφουν τά τέκνα τους «ἐν παιδεία καί νουθεσία Κυρίου»[58].
[1]. Ρωμ.16,3: «Ἀσπάσασθε Πρίσκιλλαν καὶ Ἀκύλαν τοὺς συνεργούς μου ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ».
[2]. Ρωμ. 16,5.
[3]. Α΄ Κορ. 16,19: «ἀσπάζεται ὑμᾶς ἐν Κυρίῳ πολλὰ Ἀκύλας καὶ Πρίσκιλλα σὺν τῇ κατ' οἶκον αὐτῶν ἐκκλησίᾳ».
[4]. Φιλήμ. 2.
[5]. Μάρκ. 5,38: «καὶ ἔρχονται εἰς τὸν οἶκον τοῦ ἀρχισυναγώγου, καὶ θεωρεῖ θόρυβον καὶ κλαίοντας καὶ ἀλαλάζοντας πολλά».
[6]. Ματθ. 5,15.
[7]. Ματθ. 8,14: «Καὶ ἐλθὼν ὁ Ἰησοῦς εἰς τὴν οἰκίαν Πέτρου εἶδεν τὴν πενθερὰν αὐτοῦ βεβλημένην καὶ πυρέσσουσαν».
[8]. Λουκ. 9,4.
[9]. Πράξ. 12,12.
[10]. Πράξ. 17,5: «Ζηλώσαντες δὲ οἱ Ἰουδαῖοι καὶ προσλαβόμενοι τῶν ἀγοραίων ἄνδρας τινὰς πονηροὺς καὶ ὀχλοποιήσαντες ἐθορύβουν τὴν πόλιν, καὶ ἐπιστάντες τῇ οἰκίᾳ Ἰάσονος ἐζήτουν αὐτοὺς προαγαγεῖν εἰς τὸν δῆμον».
- [11]. Α΄ Κορ. 16,15: «Παρακαλῶ δὲ ὑμᾶς, ἀδελφοί οἴδατε τὴν οἰκίαν Στεφανᾶ, ὅτι ἐστὶν ἀπαρχὴ τῆς Ἀχαΐας καὶ εἰς διακονίαν τοῖς ἁγίοις ἔταξαν ἑαυτούς».
[12]. Βλ. π.χ. Φιλιπ. 4,22: «ἀσπάζονται ὑμᾶς πάντες οἱ ἅγιοι, μάλιστα δὲ οἱ ἐκ τῆς Καίσαρος οἰκίας».
[13]. Πράξ.16,33: «βαπτίσθηκε ἀμέσως ὁ ἴδιος καὶ ὅλη ἡ οἰκογένειά του».
[14]. Πράξ. 16,34: «Ἦταν πανευτυχὴς ποὺ κι αὐτὸς καὶ ὅλη ἡ οἰκογένειά του εἶχαν βρεῖ τὴν πίστη στὸν Θεό».
[15]. Πράξ. 16,15.
[16]. Α΄ Κορ. 1,16.
[17]. Γέν. 17,15: «Εἶπε δὲ ὁ Θεὸς τῷ Ἀβραάμ· Σάρα ἡ γυνή σου, οὐ κληθήσεται τὸ ὄνομα αὐτῆς Σάρα, ἀλλὰ Σάρρα ἔσται τὸ ὄνομα αὐτῆς».
[18]. Γέν. 24,67: «εἰσῆλθεν δὲ Ἰσαὰκ εἰς τὸν οἶκον τῆς μητρὸς αὐτοῦ καὶ ἔλαβε τὴν Ρεβέκκαν, καὶ ἐγένετο αὐτοῦ γυνή, καὶ ἠγάπησεν αὐτήν».
[19]. Λουκ. 1,5: «Ἐγένετο ἐν ταῖς ἡμέραις Ἡρῴδου βασιλέως τῆς Ἰουδαίας ἱερεύς τις ὀνόματι Ζαχαρίας ἐξ ἐφημερίας Ἀβιά, καὶ ἡ γυνὴ αὐτοῦ ἐκ τῶν θυγατέρων Ἀαρών, καὶ τὸ ὄνομα αὐτῆς Ἐλισάβετ».
[20]. Θεοδωρήτου Κύρου, Ἑρμηνεία εἰς τὰς δεκατέσσαρας ἐπιστολὰς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, PG82, 220: «Ὁ λόγος δείχνει τὴν ὑπερβολὴ τῆς εὐσεβείας. Διότι ὁπωσδήποτε, δίδαξαν τὴν ἄκρα ἀρετὴ στοὺς οἰκείους τους καὶ ἐπιτελοῦσαν πρόθυμα μέσα στὴν οἰκία τους τὶς θεῖες λειτουργίες. Αὐτοὺς τοὺς μνημονεύει καὶ ὁ ἅγιος Λουκᾶς, καὶ διδάσκει πῶς καθοδήγησαν τὸν Ἀπολλὼ στὴν ἀλήθεια».
[21]. ΕΠΕ, 17,678: «διότι τόσο σπουδαῖος ἦταν (δηλ. ὁ Ἀκύλας), ὥστε καὶ τὴν οἰκία του νὰ τὴν κάνει ἐκκλησία, ἐπειδὴ ὅλους τοὺς εἶχε κάνει πιστοὺς καὶ ἐπειδὴ τὴν εἶχε ἀνοίξει σὲ ὅλους τοὺς ξένους. Διότι δὲν θὰ συνήθιζε νὰ ἀποκαλεῖ ἔτσι ἁπλὰ τὶς οἰκίες ἐκκλησίες, ἂν δὲν ἦταν ριζωμένοι σ' αὐτὲς πολλὴ εὐλάβεια καὶ πολὺς φόβος Θεοῦ... Ἰδού, λοιπόν, καὶ αὐτοὶ βρίσκονταν μέσα στὸν γάμο καὶ ἔλαμψαν πολύ».
[22]. Νικοδήμου Ἁγιορείτου, Ἑρμηνεία εἰς τάς Ἐπιστολάς τοῦ Παύλου. Ἐκδ. Ο ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ, σελ. 185.
[23]. Ἑρμηνεία εἰς τὴν πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολήν, PG 124, 552: «διότι ὅπου ὑπάρχει πολλὴ εὐλάβεια καὶ ἀρετή, ἐκεῖνος ὁ οἶκος εἶναι Ἐκκλησία».
[24]. Π.Ν. ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Ὑπόμνημα εἰς τάς ἐπιστολάς τῆς ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ, Ἐκδόσεις «ΖΩΗ», Ἀθῆναι 1956: «ὅλοι ὅσοι βρίσκονταν στὴν οἰκία ἦταν πιστοί, γι' αὐτὸ ὅλος πλέον ὁ οἶκος ἀποτελοῦσε Ἐκκλησία».
[25]. Ὑπόμνημα εἰς τὴν Γένεσιν, PG 54, 607: «Κάνε τὴν οἰκία σου Ἐκκλησία. Καθόσον εἶσαι ὑπεύθυνος γιὰ τὴν σωτηρία καὶ τῶν παιδιῶν σου καὶ τῶν δούλων σου».
[26]. Ὑπόμνημα εἰς τὸ κατὰ Ματθαῖον, PG 57, 385: «Τότε οἱ οἰκίες ἦταν Ἐκκλησία, ἐνῶ τώρα ἡ Ἐκκλησία ἔχει γίνει οἰκία».
[27]. Ἑρμηνεία εἰς τὸν 3ον Ψαλμόν, PG 55, 36-37: «Πολλοὶ μέχρι καὶ σήμερα ἔχουν πόλεμο στὶς οἰκίες τους, καὶ ἄλλος πολεμεῖται ἀπὸ τὴν γυναῖκα του, ἄλλος πολιορκεῖται ἀπὸ τέκνο, ἄλλος ἀπὸ ἀδελφὸ καὶ ἄλλος ἀπὸ δοῦλο ... καὶ κανένας δὲν ἀναζητᾶ τὸν λόγο στὸν ἑαυτό του κατανοῶντας ὅτι ἂν δὲν εἶχε σπείρει ἁμαρτίες, δὲν θὰ βλάσταιναν στὸν οἶκο του ἀγκάθια καὶ τριβόλια. Διότι, γιὰ τὸ ὅτι τὰ δικά μας κακὰ εἶναι καρποὶ τῶν ἁμαρτιῶν μας ... μάρτυρας εἶναι ἡ θεία Γραφή, ἀπὸ τὴν ὁποία δὲν ὑπάρχει τίποτε πιὸ ἔγκυρο. Σὲ πολεμᾶ ἡ γυναῖκα σου; Ὅταν εἰσέρχεσαι, σὲ συναντᾶ σὰν θηρίο; Ἀκονίζει τὴν γλῶσσα της σὰν μαχαῖρι; Εἶναι βέβαια λυπηρὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ βοηθὸς ἔχει γίνει ἀντίπαλος, ὅμως ἐρεύνησε τὸν ἑαυτό σου, μήπως στὴν νεότητά σου πρόσβαλες κάποια γυναῖκα καὶ τὸ τραῦμα ποὺ ἐπέφερες σὲ γυναῖκα θεραπεύεται διὰ μέσου γυναικὸς καὶ τὴν ξένη σήψη χειρουργεῖ ἡ δική σου γυναῖκα. Καὶ ἂν ἀκόμη ἀγνοεῖ αὐτὴ ποὺ σὲ χειρουργεῖ, ὅμως τὸ γνωρίζει ὁ ἰατρὸς Θεός. Διότι Αὐτὸς τὴν χρησιμοποίησε ἐναντίον σου σὰν νυστέρι... Ὁ Θεὸς ὡς ἰατρὸς γνωρίζει τὸ συμφέρον».
[28]. Πράξ. 2, 37-41: «Ὅσοι δέχτηκαν τὸν λόγο του βαπτίσθηκαν καὶ προστέθηκαν στὴν ἐκκλησία τὴν ἡμέρα ἐκείνη περίπου τρεῖς χιλιάδες ἄνθρωποι».
[29]. Πράξ. 10, 1-48.
[30]. Πράξ. 16, 27-34.
[31]. Ἅπαντα, τόμος στ΄, ἔκδ. Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ὕδρας, Ἀθῆναι 2012, σ. 170.
[32]. Ἑρμηνεία εἰς τὰς δεκατέσσαρας ἐπιστολὰς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, PG 82, 372: «Δύο ἐπαίνους ἔβαλε, καὶ ὅτι πρῶτοι δέχτηκαν τὸ σωτήριο κήρυγμα καὶ ὅτι ἀφοῦ ἄνοιξαν διάπλατα τὴν οἰκία τους γιὰ τοὺς ἁγίους, τοὺς πρόσφεραν κάθε ὑπηρεσία».
[33]. Ἑρμηνεία εἰς τὴν Α΄ Θεσσαλονικεῖς Ἐπιστολήν, ΕΠΕ, 22, 477: «Νῦν δὲ ἐπειδὴ κατωφερεῖς ἐσμεν, καὶ σφόδρα καταπεπτώκαμεν, καὶ ἄνδρες γυναῖκας τοῦ Θεοῦ πλέον φιλοῦμεν, καὶ γυναῖκες ἄνδρας τοῦ Θεοῦ πλέον προτιμῶμεν, τούτου χάριν καὶ ἄκοντας ἡμᾶς εἰς πόθον ἕλκει τὸν αὐτοῦ. Μὴ φίλει τὸν ἄνδρα τοῦ Θεοῦ πλέον, καὶ οὐκ αἰσθήσῃ χηρείας ποτέ μᾶλλον δὲ κἂν συμβῇ, οὐ λήψῃ τὴν αἴσθησιν. Διὰ τί; Ὅτι προστάτην ἔχεις τὸν μᾶλλον φιλοῦντα ἀθάνατον. Εἰ μᾶλλον τὸν Θεὸν φιλεῖς, μὴ πένθει ὁ γὰρ μᾶλλον φιλούμενος, ἀθάνατός ἐστι, καὶ οὐκ ἀφίησι τοῦ ἧττον φιλουμένου λαβεῖν αἴσθησιν».[34]. Περὶ τοῦ μὴ ἀπογινώσκειν τινὰς ἑαυτῶν... καὶ πρὸς ἄνδρας περὶ τῆς πρὸς τὰς γυναῖκας εἰρήνης, ΕΠΕ, 31, 302: «Αὐτὸ συγκροτεῖ τὴν ζωὴ ὅλων μας, δηλαδὴ τὸ νὰ ἔχει ἡ γυναῖκα ὁμόνοια μὲ τὸν ἄνδρα της. Αὐτὸ συγκρατεῖ ὅλο γενικὰ τὸν κόσμο. Διότι ὅπως ἀκριβῶς ὅταν σαλευθεῖ τὸ θεμέλιο, ὅλη ἡ οἰκοδομὴ κατεδαφίζεται, ἔτσι καὶ ὅταν γίνονται ἐξεγέρσεις μέσα στοὺς γάμους, ἀνατρέπεται ὅλη γενικὰ ἡ ζωή μας. Διότι πρόσεχε· ὁ κόσμος συγκρατεῖται ἀπὸ τὶς πόλεις, οἱ πόλεις ἀπὸ τὶς οἰκογένειες καὶ οἱ οἰκογένειες ἀπὸ τοὺς ἄνδρες καὶ τὶς γυναῖκες. Ἂν λοιπὸν ἐπεισέλθει πόλεμος μεταξὺ τῶν ἀνδρῶν καὶ τῶν γυναικῶν, ὁ πόλεμος εἰσέρχεται στὶς οἰκογένειες. Καὶ ὅταν αὐτὲς ταράσσονται, γίνονται ἀνάστατες καὶ οἱ πόλεις. Καὶ ὅταν ἀναστατώνονται οἱ πόλεις, ἀναγκαστικὰ γεμίζει ἀπὸ ταραχή, πόλεμο καὶ μάχη ὅλη ἡ οἰκουμένη».
[35]. Πρβλ. Φιλιπ. 3, 20: «ἡμῶν γὰρ τὸ πολίτευμα ἐν οὐρανοῖς ὑπάρχει».
[36]. Ρωμ. 6,5, Α΄ Κορινθ. 16,19, Κολ. 4,15 καὶ Φιλήμ. 2.
[37]. Τό μυστήριον τῆς Ἀγάπης (ὁ Γάμος), Ἐκδόσεις «ΤΕΡΤΙΟΣ», Κατερίνη, σελ. 38 καί 39.
[38]. Ἱερὰ Μητρόπολις Δράμας, Τὸ Ἱερὸν Μυστήριον τοῦ Γάμου, Δράμα, σελ. 269.
[39]. Ἡ Χριστιανικὴ Ἠθική, Ἐκδ. Πουρναρᾶ, Θεσσαλονίκη 2003, σελ. 375.
[40]. Ἐφ. 5,32.
[41]. Μάρκ. 9,35: «Ἂν κάποιος θέλει νὰ εἶναι πρῶτος, νὰ εἶναι ὁ τελευταῖος ἀπ' ὅλους καὶ ὁ διάκονος ὅλων».
[42]. Ἡ Χριστιανικὴ Ἠθική, ὅπ.π., σελ. 379.
[43]. Ἐφ. 5,32: «Αὐτὸ τὸ μυστήριο εἶναι μεγάλο, καὶ ἐγὼ σᾶς λέγω ὅτι ἁρμόζει καὶ στὴν σχέση τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴν Ἐκκλησία».
[44]. Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας, Ὑπόμνημα εἰς τὸ κατὰ Ἰωάννην, PG
[45].
[46]. Ἰω. Χρυσοστόμου, Εἰς τόν Γ΄ Ψαλμ., ΕΠΕ 5,112: «βασίλισσα γιὰ κάθε ἄνδρα εἶναι ἡ ὁμόψυχη γυναῖκα του, καὶ δὲν ἀγαπᾶ τόσο ὁ βασιλιὰς τὴν πορφύρα καὶ τὸ στέμμα, ὅσο ὁ ἄνδρας τὴν γυναῖκα του».
[47]. Εἰς τόν ρλβ΄ Ψαλμ. ΕΠΕ 7,118: «Ἀπὸ τὴν ἀρχὴ πλάθοντας ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπο ἔλεγε: "δὲν εἶναι καλὸ νὰ εἶναι ὁ ἄνθρωπος μόνος του", καὶ δημιουργῶντας αὐτὴ τὴν ζωντανὴ ὕπαρξη, ἐννοῶ τὴν γυναῖκα, τὴν συνέδεσε μὲ τὸν ἄνδρα μὲ τὸ νὰ τὸν κάνει νὰ τὴν χρειάζεται, δένοντάς μας μεταξύ μας μὲ ἄπειρους τρόπους».
[48]. Εἰς τήν Γένεσιν, ΕΠΕ,3,606-608: «Ὁμόνοια καί εἰρήνη καί δεσμὰ ἀγάπης μεταξύ ἀνδρός καί γυναικός. Ἐκεῖ συρρέουν ὅλα τά ἀγαθά».
[49]. Ρωμ.1,26.
[50]. Ρωμ. 1,26-27: «διότι καὶ οἱ θηλυκές τους διέστρεψαν τὴν φυσικὴ χρήση στὴν παρὰ φύση, καὶ ὁμοίως καί οἱ ἀρσενικοὶ ἀφήνοντας τήν φυσικὴ χρήση τῆς θηλυκῆς ἄναψαν ἀπὸ τὴν ὄρεξή τους ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλο, διαπράττοντας αἰσχρὲς πράξεις οἱ ἄνδρες μὲ τοὺς ἄνδρες».
[51]. Λευϊτ.18,22: «καὶ μὲ ἄνδρα δὲν θὰ κοιμηθεῖς ὅπως κοιμᾶται κάποιος στὸ κρεββάτι μὲ τὴν γυναῖκα του· διότι ἀποτελεῖ βδελυκτὴ πράξη».
[52]. Α΄ Κορ. 6,9-10: «ἢ δὲν γνωρίζετε ὅτι οἱ ἄδικοι δὲν θὰ κληρονομήσουν τὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Μὴ πλανᾶσθε οὔτε πόρνοι, οὔτε εἰδωλολάτρες, οὔτε μοιχοί, οὔτε θηλυπρεπεῖς, οὔτε ἀρσενοκοῖτες, οὔτε κλέπτες, οὔτε πλεονέκτες, οὔτε μέθυσοι, οὔτε ὑβριστές, οὔτε ἅρπαγες θὰ κληρονομήσουν τὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ».[53]. Εἰς Ρωμαίους Ε΄, ΕΠΕ, 16Β, σελ. 406-410: «Ὅλα, λοιπόν, τὰ πάθη εἶναι ἀτιμωτικά, κυρίως ὅμως ἡ μανία πρὸς τοὺς ἄνδρες, διότι ἀφοῦ ἀτίμασαν τὴν κατὰ φύση πράξη, ὅρμησαν πρὸς τήν παρά φύση. Τά παρά φύση πάθη εἶναι δυσκολώτερα καί πιὸ ἀηδιαστικά. Ἀποτελοῦν δεῖγμα τῆς χειρότερης καταστροφῆς».
[54]. Ὅπ.π.
[55]. Η ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ κατά τούς Ο΄, ἔκδ. Λυδίας, 1986, σελ. 131.
[56]. Κανών ζ΄ Πηδάλιον, ἔκδ. Ἀστέρος, 1957, σελ. 593.
[57] Ἑβρ. 13,4.
[58] Ἐφ. 6,4