Κυριακή Β' Νηστειῶν (Γρηγορίου Παλαμᾶ)
Εἶναι ἀξιοθαύμαστη ἡ πίστη ἐκείνων τῶν ἀνθρώπων τῆς Καπερναούμ πού ἔφτασαν νά χαλάσουν ἀκόμα καί τή στέγη τοῦ σπιτιοῦ, γιά νά κατεβάσουν τόν παραλυτικό μπροστά στό Χριστό. Εἶναι ἐπίσης ἀξιοθαύμαστη καί χαρακτηριστική ἡ πίστη τοῦ παραλυτικοῦ, πού ἔκαμε τό Χριστό μας νά τοῦ πεῖ : «Ἆρον τόν κράβατόν σου...».
Τό σήκωμα τοῦ κρεβατιοῦ, στήν περίπτωση τοῦ παραλυτικοῦ, εἶναι ἕνα σήκωμα, ἤ μιά ἄρση τοῦ φυσικοῦ κακοῦ ἀπό τή ζωή του. Αὐτοῦ τοῦ κακοῦ πού ἀντιπροσώπευε τό κρεβάτι του σάν σύμβολο τοῦ πόνου.
Ὅταν λέμε φυσικό κακό, ἐννοοῦμε τό κακό πού ὑπάρχει στόν κόσμο ἀπό μόνο του, ἀνεξάρτητο δηλ. ἀπό τή θέληση τοῦ ἀνθρώπου : μία θεομηνία, μία ἀρρώστια κι ὁ θάνατος. Ὡστόσο, ὅμως, τό κακό αὐτό μπορεῖ καμμιά φορά νά γίνει ἀπό τή θέληση τοῦ ἀνθρώπου σάν φυσική συνέπεια τοῦ ἠθικοῦ κακοῦ. Βέβαια, ἡ πραγματική αἰτία τοῦ φυσικοῦ κακοῦ στόν κόσμο, ἦταν τό προπατορικό ἁμάρτημα, πού εἶναι μιά ἐλεύθερη ἐκλογή τοῦ κακοῦ ἀπό τόν ἴδιο τόν ἄνθρωπο. Ἀπό τότε, «πᾶσα ἡ κτίσις συστενάζει καί συνωδίνει ἄχρι τοῦ νῦν». Μαζί μέ τόν ἄνθρωπο στενάζει καί ὑποφέρει κάθε δημιούργημα τοῦ Θεοῦ : τά ζῶα, τά φυτά, τά δέντρα, ἀκόμα καί τό κρεβάτι τοῦ παραλυτικοῦ, κι ἄς εἶναι ἀπό ἄψυχο ξύλο πού κόπηκε ἀπό κάποιο δέντρο. Στό χέρι τοῦ παραλυτικοῦ δέν ἦταν νά τό μεταβάλει σέ κρεβάτι χαρᾶς; Μά πῶς; Μήπως τό ἤθελε κι αὐτός νά γίνη παραλυτικός; Κι ὅμως, ἰδιαίτερα ἡ παράλυση, ἄν καί θεωρεῖται φυσικό κακό, ὀφείλεται ὁρισμένες φορές σέ ἄτακτη καί ἄσωτη ζωή, μ' ἄλλα λόγια, στήν ἁμαρτία. Γι' αὐτό ὁ Χριστός εἶπε στόν παραλυτικό, πρίν τόν θεραπεύσει : «Ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου». Μέ σκοπό νά δείξει πώς τό φυσικό κακό εἶχε γιά πραγματική αἰτία, στήν περίπτωση τοῦ παραλυτικοῦ, τό ἠθικό κακό, τήν ἁμαρτία πού εἶναι «ἀρρώστια ψυχῆς».
Σήμερα λοιπόν, πολύς κόσμος, παρά τήν συνεχῆ κίνησή του στήν ἐποχή τῆς μηχανῆς καί τῆς τεχνολογίας πού ζεῖ, ἔχει προσβληθεῖ ἀπό τήν ἀρρώστια τοῦ παραλυτικοῦ τῆς Καπερναούμ. Μήπως τάχα ἀνήκουμε κι ἐμεῖς στόν ἄρρωστο αὐτό κόσμο κι εἴμαστε χωρίς νά ξέρουμε ψυχικά παράλυτοι, σέ κάποιο κρεβάτι, πού πρέπει νά τό σηκώσουμε, ὅπως ὁ παραλυτικός, ἤ νά σηκωθοῦμε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι ἀπ' αὐτό; Καί μήπως γι' αὐτό τό σήκωμα, τήν ἄρση τοῦ ἠθικοῦ κακοῦ ἀπό τήν ζωή μας, πρέπει νά χρησιμοποιήσουμε τόν ἴδιο τρόπο μ' ἐκεῖνον πού ἔγινε τό θαῦμα τῆς Καπερναούμ;...
π.Φρ.Δημ.