ΓΡΑΠΤΟΝ ΘΕΙΟΝ ΚΗΡΥΓΜΑ
Σήμερα τό Εὐαγγέλιο μᾶς παρουσιάζει δύο φρικτές εἰκόνες : Τή μία τή συνθέτουν οἱ δύο δαιμονισμένοι καί τήν ἄλλη οἱ συμπατριῶτες τῶν δαιμονισμένων, οἱ Γεργεσηνοί.
Οἱ δύο δαιμονισμένοι εἶχαν καταντήσει ζωντανοί νεκροί ἀπό ὁλόκληρη λεγεώνα δαιμόνων, πού εἶχαν εἰσβάλει στόν ἐσωτερικό τους κόσμο. Ὑπάρχουν, ὅμως, καί ἄνθρωποι πού μποροῦν νά γίνουν ζωντανοί νεκροί ἀπό μιά ἠθική αἰτία, ὅταν κυριευτοῦν ἀπό τό δαίμονα τῆς ἀπελπισίας. Δέν ὑπάρχει τίποτε στόν κόσμο πού ν’ ἀποσυνθέτει καί νά ἐξουδετερώνει τόσο πολύ τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου ὅσο ἡ ἀπελπισία. Γι’ αὐτό, οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, θεωροῦν τήν ἀπελπισία ὡς τήν μεγαλύτερη ἁμαρτία καί τήν χαρακτηρίζουν σάν «ἀρρωστίαν ψυχῆς». Καί μᾶς λέγουν ὅτι, δαιμονισμένοι δέν εἶναι μόνο ὅσοι σπαράζουν ἀπό τά δαιμόνια, ἀλλά καί ὅλοι ὅσοι παραχωροῦν τή σκέψη τους, τή θέλησή τους τήν ἐλευθερία τους στόν ὀλέθριο πονηρό.
Οἱ δέ κάτοικοι τῶν Γεργεσηνῶν, ὅταν ἔμαθαν γιά τήν θεραπεία τῶν δύο δαιμονισμένων συμπατριωτῶν τους, ἔτρεξαν ἀπελπισμένοι πρός τά σύνορα τῆς πόλεώς τους γιά νά συναντήσουν τό Χριστό καί νά Τόν διώξουν. Γιατί; Ἐπειδή ἔθιξε τά παράνομα συμφέροντά τους καί πέταξε τούς χοίρους στή θάλασσα.
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, στούς χοίρους βλέπουν τή συμβολική εἰκόνα τῶν παθῶν μας … Ὅταν ἡ καρδιά τῶν ἀνθρώπων εἶναι γεμάτη ἀπό τά πάθη, διώχνει κυριολεκτικά τόν Θεό. Καί ὅταν φεύγει ὁ Θεός ἀπό μέσα μας, ρημάζουν ὅλα. Ρημάζουν οἱ πόλεις καί τά χωριά μας. Ρημάζουν οἱ σκέψεις μας, οἱ ἐπιστῆμες μας, ἡ παιδεία μας, ἡ πολιτική μας, τά σπίτια μας καί ἡ ἀνούσια θρησκευτικότητά μας. Καί ἀφοῦ ρημάξουν ὅλα, ἔρχεται ὁ ὀλέθριος πονηρός.
Ὁ Χριστός, ὅμως, εἶναι ὁ Μόνος πού μπορεῖ νά μᾶς γλυτώσει ἀπό τόν ὄλεθρο τοῦ πονηροῦ. Ἀρκεῖ νά βγοῦμε ἀπό τό σύνορα τῶν παθῶν μας καί νά Τόν παρακαλέσουμε νά μείνει κοντά μας. Καί νά Τοῦ παραχωρήσουμε πρώτη θέση στήν καρδιά μας, διότι Ἐκεῖνος εἶναι ἡ μοναδική ἐλπίδα μας, ἡ ζωή μας καί ἡ χαρά μας.
Ἀδελφοί μου, μή διώχνουμε τό Θεό ἀπό κοντά μας.
Κίνδυνος, θάνατος!
π.Φρ.Δημ.